Τετάρτη 25 Μαρτίου 2009

Ο ΤΡΟΠΟΣ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΦΗΒΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΣΤΗΝ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΑΤΟΜΟΥ

ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗΝ ΕΝΗΛΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
Η εφηβεία είναι η τελευταία φάση της παιδικής ηλικίας στην πορεία του ατόμου προς την ενηλικίωση και την ωριμότητα. Ειδικά στις κοινωνίες δυτικού πολιτισμού , η περίοδος αυτή σηματοδοτεί την «παραίτηση» από την παιδική ηλικία με τα όποια πλεονεκτήματά της ( ανεμελιά, ανευθυνότητα, εξάρτηση από τρίτους), και το πέρασμα στον κόσμο των ενηλίκων με τα προνόμιά του ( υπευθυνότητα και αυτοδιαχείριση). Πρόκειται ουσιαστικά για την περίοδο κατά την οποία τόσο οι πεποιθήσεις όσο και οι εμπειρίες του ατόμου χρήζουν αναπροσδιορισμού κι επαναξιολόγησης, ώστε να προετοιμαστεί το άτομο κατάλληλα για την νέα του «θέση» στην κοινωνία και την ανάγκη αυξανόμενης συμμετοχής του σε αυτήν.
Η εφηβική ηλικία είναι μια περίοδος που χαρακτηρίζεται από ταχύτατες σωματικές αλλά και συναισθηματικές μεταλλαγές. Κύρια επικρατούσα άποψη από ψυχολογικής πλευράς είναι ότι αποτελεί μια ταραχώδη περίοδο της ζωής του ατόμου, με κύρια χαρακτηριστικά της, τις συχνές συγκρούσεις με πρόσωπα κύρους ή γενικότερα πρόσωπα που αντιπροσωπεύουν οιαδήποτε μορφή εξουσίας, η έντονη συναισθηματική αστάθεια της ψυχικής διάθεσης, και η ταχύτατη κοινωνική αναπροσαρμογή του ατόμου.


Η ΕΦΗΒΕΙΑ ΩΣ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΕΝΤΟΝΩΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ
Σύμφωνα λοιπόν με το «κλασικό» θεωρητικό μοντέλο, οι έφηβοι χαρακτηρίζονται ως οι επαναστάτες που απορρίπτουν την γονεική αλλά και κάθε στερεότυπη ως τότε μορφή εξουσίας και η αναζήτηση νέων ,αποδεκτών από τους ίδιους, κέντρων εξουσίας που συνήθως είναι οι ομάδες συνομηλίκων με κάποιο ή κάποια κοινά ενδιαφέροντα ή σκοπούς. Αυτή η άποψη για την εφηβεία έχει αναπτυχθεί πολλά χρόνια πριν αλλά έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής στις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Πολλές εξηγήσεις έχουν προταθεί για το πώς διαμορφώθηκε αυτή η άποψη:
§ Η βιολογική άποψη. Αυτός που διατύπωσε πρώτος μια θεωρητική προσέγγιση για την εφηβεία η οποία βασίζεται σε βιολογικούς παράγοντες ήταν ο G. Stanley Hall (1904). Όπως και ο Piaget, o Hall διατύπωσε την άποψη ότι η οντογένεση είναι μια «ανακεφαλαίωση» της φυλογένεσης. Δηλαδή πιο αναλυτικά υποστήριξε ότι η οντογένεση ,δηλαδή η ανάπτυξη του ατόμου, περνά όλα τα στάδια της εξελικτικής ανάπτυξης του είδους του (φυλογένεση). Έτσι ο Hall θεωρούσε ότι η εφηβική ηλικία είναι μια περίοδος εσωτερικού αναβρασμού και συναισθηματικής αναστάτωσης που οφείλεται κυρίως στις βιολογικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα και ειδικότερα στις ορμονικές αλλαγές του εφήβου. Για αυτό ακριβώς ο έφηβος έχει ανάγκη ενός περιβάλλοντος που θα χαρακτηρίζεται από απόλυτη κατανόηση κι ανεκτικότητα , για να ξεπεράσει την συναισθηματική αναστάτωση και την εσωτερική του σύγκρουση. Μια διαφορετική βιολογική ερμηνεία έδωσε πολύ αργότερα ο Sorenson (1973) με έμφαση στους ρυθμούς ωρίμανσης. Υποστήριξε ότι οι βιοσωματικές αλλαγές που συντελούνται κατά την διάρκεια της εφηβείας δημιουργούν έντονη συναισθηματική αστάθεια η οποία εκδηλώνεται με αναταραχή κι επαναστατικότητα. Ιδιαίτερα τα αγόρια, βιώνουν μια σειρά από συγκρούσεις κι αντιπαραθέσεις με μορφές εξουσίας που προέρχονται από αυξανόμενη ένταση και άγχος , που οφείλονται στην έντονα αναπτυσσόμενη σεξουαλικής τους συνείδηση.
§ Ρυθμοί ωρίμανσης. Πάρα πολλές έρευνες έχουν γίνει για τις επιδράσεις που ασκεί ο ρυθμός της βιοσωματικής ωρίμανσης στην αυτοαντίληψη και την ψυχοκοινωνική ταυτότητα του εφήβου. Οι Lerner και Karabenick (1974) αναφέρουν ότι οι έφηβοι που έχουν διαμορφώσει ένα βιοσωματικό είδωλο (δηλαδή μια συγκεκριμένη εικόνα για το σώμα τους) διαφορετικό από αυτό που υπαγορεύει ,ή νομίζουν ότι υπαγορεύει, το πολιτισμικό στερεότυπο της εποχής και της κοινωνίας που ζούνε, βιώνουν έντονη ψυχική ένταση κι ανησυχία κι έχουν πρόβλημα με την αυτοεικόνα τους. Οι σαγηνευτικές εικόνες που προβάλλονται από τα μέσα ενημέρωσης επιβάλλουν ως ελκυστικά κι αποδεκτά συγκεκριμένα «ιδανικά» πρότυπα σωματικής κατασκευής κι εμφάνισης. Αυτά τα πρότυπα εσωτερικεύονται από τον έφηβο όχι μόνο ως μέτρο σύγκρισης αλλά κι αυτοαξιολόγησης ακόμα κι αν δεν είναι ρεαλιστικά. Όσο πιο μεγάλες διαφορές ή αποκλίσεις βρίσκει ο έφηβος ανάμεσα στο ιδανικό πρότυπο και την αυτοεικόνα του τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα να βιώσει άγχος, εσωτερική σύγκρουση, ψυχική αστάθεια και φυσικά χαμηλή αυτοεκτίμηση. Επίσης σημαντικό ρόλο θα παίξει και ο χρόνος σωματικής ωρίμανσης του εφήβου καθώς η ήβη δεν έρχεται σε κάθε έφηβο στην ίδια ηλικιακά χρονικά στιγμή. Έχει μάλιστα διαπιστωθεί (Jones & Bayley 1950) , ότι τα αγόρια που αργούν να ωριμάσουν αισθάνονται λιγότερο χαλαρά κι εξαρτώνται από τους άλλους περισσότερο από ότι αγόρια που αρχίζουν να ωριμάζουν νωρίτερα. Ακόμη διαπιστώθηκε ότι κορίτσια που ωριμάζουν νωρίτερα νοιώθουν ψυχολογική αναστάτωση και νοιώθουν λιγότερη αυτοεκτίμηση , σε σχέση με κορίτσια που ωριμάζουν αργότερα (Peskin, 1973). Οι Petersen και Crockett (1985) διατύπωσαν την υπόθεση της απόκλισης για να εξηγήσουν την μεγάλη διασπορά στον χρόνο έναρξης του αυξητικού τινάγματος και τους ρυθμούς ωρίμανσης. Υποστήριξαν λοιπόν ότι αυτό καθαυτό το γεγονός της πρόωρης ή αργοπορημένης ήβης δεν έχει ουσιαστική σημασία. Αντίθετα εστίασαν στο ότι αυτό που έχει σημασία είναι ότι τα παιδιά που αναπτύσσονται πρόωρα ή καθυστερημένα παρουσιάζουν , τρόπο τινά, μια απόκλιση σε σχέση με τους συνομήλικούς τους. Προσδιόρισαν έτσι ψυχοκοινωνικές συνέπειες που είναι αποτέλεσμα της αίσθησης του εφήβου ότι διαφέρει – αποκλίνει από τους άλλους.
§ Η ψυχαναλυτική άποψη. Και η ψυχαναλυτική κατεύθυνση θεωρεί την εφηβεία ως μια περίοδο έντονο εσωτερικού αναβρασμού. Οι ψυχαναλυτές μάλιστα διευρύνουν τις προηγούμενες ερμηνείες, εισάγοντας στους αιτιολογικούς παράγοντες την αφύπνιση της σεξουαλικότητας και τις συγκρούσεις που προκαλούνται από την πάλη μεταξύ των διαφόρων βιολογικών απαιτήσεων του Εκείνο και των κοινωνικών περιορισμών που επιβάλλει το Υπερεγώ. Με άλλα λόγια ο εσωτερικός αναβρασμός του εφήβου οφείλεται στην έκρηξη των γενετήσιων αναγκών – ορμών και στην ανάγκη για μια εκ νέου επεξεργασία πολλών από των σεξουαλικών συγκρούσεων που είχαν αντιμετωπιστεί παλιότερα στην παιδική ηλικία. Σύμφωνα με την Anna Freud (1968) αυτό οδηγεί σε έντονες και συχνές αλλαγές στην διάθεση του εφήβου, από την απόλυτη χαρά στην άγρια απελπισία και μέχρι την κατάθλιψη ή την αυτοκτονία. Η διαδικασία απαγκίστρωσης, αποκοπής του ψυχολογικού ομφάλιου λώρου κατά τον Blos (1967) , είναι μια συνεχής διαδικασία αναζήτησης ερωτικού αντικειμένου έξω από τον οικογενειακό κύκλο, βασικό ξεκίνημα της οποίας είναι η απάρνηση της γονεικής εξάρτησης, και η πραγματοποίησή της οποία επέρχεται με την παλινδρόμηση του εφήβου σε προηγούμενα στάδια της παιδικής ηλικίας κι επανεξέταση των παιδικών του συναισθημάτων. Η παλινδρόμηση αυτή έχει διάφορες εκφράσεις και όψεις όπως πχ η εξιδανίκευση δημοφιλών καλλιτεχνών είναι μια μορφή παλινδρόμησης στον «εξιδανικευμένο» γονέα της παιδικής ηλικίας.





Η ΕΦΗΒΕΙΑ ΩΣ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΡΟΛΩΝ
Τα τελευταία χρόνια έχει προβληθεί ιδιαίτερα η άποψη ότι η εφηβεία πρέπει να θεωρείται κυρίως και πρωτίστως μια περίοδος αλλαγής ρόλων που οδηγούν στην διαμόρφωση της προσωπικότητας των εφήβων. Οι αλλαγές στην ζωή του εφήβου όπως η μετάβαση από το περιβάλλον του σχολείου στο περιβάλλον εργασίας υποχρεώνουν το άτομο στην εκμάθηση νέων συμπεριφορών που αντιστοιχούν σε ποικίλους νέους ρόλους. Συγχρόνως μεταβάλλονται και οι αλληλοεπιδράσεις με τους συνομήλικους που χαρακτηρίζονται πλέον από εντελώς διαφορετικές προσδοκίες από εκείνες της παιδικής ηλικίας.
Η Mead (1972) προσπαθώντας να διαφωτίσει το φαινόμενο της απουσίας ρόλων – προτύπων για τους εφήβους στην σύγχρονη κοινωνία παρατήρησε ότι σε κλειστές μη τεχνολογικές κοινωνίες, οι έφηβοι εύκολα διακρίνουν ρόλους – πρότυπα τους οποίους και τελικά υιοθετούν. Αντίθετα όμως στην σύγχρονη τεχνολογικά κοινωνία , η φύση της εργασίας, ο ελεύθερος χρόνος και οι κοινωνικές απαιτήσεις μεταβάλλονται τόσο γρήγορα που ο γονέας δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει ως ρόλος – πρότυπο για τον έφηβο. Έτσι πολύ συχνά στο στερεότυπο του γονέα : «έχω υπάρξει νέος και ξέρω πως είναι, ενώ εσύ δεν έχεις ποτέ υπάρξει γέρος», έρχεται η απολύτως λογική απάντηση του εφήβου : «δεν υπήρξες ποτέ νέος στον κόσμο που υπάρχω τώρα εγώ νέος». Αυτή ακριβώς η κατάσταση , κατά την Mead, ωθεί τους νέους να στρέφονται όλο και περισσότερο σε συνομήλικους ή στα μέσα ενημέρωσης για την αναζήτηση προτύπων , παρά στο οικογενειακό περιβάλλον.
Κατά τον Elder (1968) από την άλλη , η διάκριση των ρόλων του εφήβου γίνεται σε δύο επίπεδα. Στο πρώτο επίπεδο είναι η ενδοαλλαγή ρόλου, δηλαδή η αλλαγή βάσει των απαιτήσεων του περιβάλλοντος στον ίδιο ρόλο πχ το κορίτσι της οικογένειας που είναι μεγαλύτερο από τα αδέρφια του παραμένει πάντα η μεγάλη αδερφή, οι απαιτήσεις των γύρω όμως είναι διαφορετικές όταν αυτό είναι 9 ετών και διαφορετικές όταν είναι 15 ετών. Σε δεύτερο επίπεδο είναι η ανάληψη νέων ρόλων σε μια κοινωνική ομάδα πχ να γίνει το κορίτσι η αρχηγός της χορευτικής ομάδας του σχολείου.
Τέλος ο Brim (1965) , έδωσε έμφαση στην διαφορετικότητα των κοινωνικών ομάδων αναφοράς που έρχεται αντιμέτωπος ο έφηβος και στην ποικιλία των προσδοκιών που αυτές αντιπροσωπεύουν. Για παράδειγμα , ενώ ο ρόλος του μαθητή είναι ένας, αυτός ο ρόλος γεννά διαφορετικές προσδοκίες από τους συνομήλικους, τους γονείς , τους δασκάλους. Έτσι κύριο αναπτυξιακό έργο του εφήβου είναι αυτή ακριβώς η εξισορρόπηση των διαφορετικών απαιτήσεων και η συμφιλίωσή του με την ανομοιογένεια των διαφορετικών «εαυτών» των ομάδων αναφοράς.


Η ΕΦΗΒΕΙΑ ΩΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΣΤΑΔΙΟ
Ο Erikson (1968) θεώρησε την εφηβεία ως μια από τις πιο εξελικτικές βαθμίδες που καλύπτει όλη την ζωή του ατόμου από την παιδική ως την γεροντική ηλικία. Έχοντας κι ο ίδιος ψυχαναλυτικό προσανατολισμό, συνδύασε την βιολογική προσέγγιση του Freud με την κοινωνιολογική προσέγγιση νεότερων ψυχαναλυτών και διατύπωσε τα εξής :
Η προσωπικότητα του ατόμου δεν διαμορφώνεται στην παιδική ηλικία αλλά εξελίσσεται και διαφοροποιείται σε όλη την διάρκεια της ζωής του.
Σε κάθε αναπτυξιακή φάση υπάρχουν διαφορετικές ανάγκες και διαφορετικοί στόχοι που πρέπει να ικανοποιηθούν.
Σε καθεμία από τις φάσεις αυτές αντιστοιχεί μια αναπτυξιακή κρίση τις οποίες το άτομο πρέπει να επιλύσει.
Κάθε αναπτυξιακή φάση βασίζεται στην επιτυχή επίλυση των συγκρούσεων προγενέστερων φάσεων.
Ανεπιτυχής επίλυση συγκρούσεων μιας αναπτυξιακής φάσης σημαίνει ύπαρξη μόνιμων συνεπειών στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του ατόμου.


Κατά το μοντέλο του Erikson, η αναπτυξιακή κρίση που καλείται να επιλύσει το άτομο κατά την εφηβεία είναι η απόκτηση ταυτότητας του Εγώ ή η σύγχυση ρόλων. Αυτό σημαίνει ότι η επίλυση της κρίσης θα επέλθει με την προσαρμογή στις απαιτήσεις των μεταβαλλόμενων αυτών ρόλων και την ταυτόχρονη δημιουργία και διατήρηση μιας καθαρά προσωπικής ταυτότητας από το ίδιο το άτομο.

Σημαντική θεωρία βάση των διατυπώσεων του Erikson, διατύπωσε ο Marcia (1968). Θεώρησε την ιδέα της κρίσης ταυτότητας την οποία και θεώρησε σημαντικό παράγοντα για την επιτυχή ψυχολογική επίλυση του σταδίου της εφηβείας. Ο Marcia προσδιόρισε τέσσερα διαφορετικά είδη ταυτότητας που διαμορφώνονται καθώς το άτομο διανύει το στάδιο της εφηβείας:
Ø Σύγχυση ρόλων. Το άτομο δεν δείχνει δέσμευση σε μια συγκεκριμένη μορφή ταυτότητας, ούτε παρουσιάζει καμία ένδειξη ότι αυτό θα συμβεί.
Ø Δοτή ταυτότητα. Το άτομο αφοσιώνεται σε στόχους και πεποιθήσεις που υπαγορεύει το περιβάλλον του χωρίς προηγουμένως με δική του πρωτοβουλία να έχει λάβει υπόψη του εναλλακτικές πιθανότητες. Πχ υιοθέτηση τρόπου ζωής που υπαγορεύει συγκεκριμένο θρήσκευμα χωρίς την εξέταση εναλλακτικών τρόπων ζωής για την επίλυση κρίσης ταυτότητας σε προσωπικό επίπεδο.
Ø Παρατεταμένο μορατόριουμ. Το άτομο αναζητά την ταυτότητά του κι εξετάζει μια σειρά από εναλλακτικές πιθανότητες. Έχει εκφραστεί η άποψη ότι το παρατεταμένο μορατόριουμ δεν αποτελεί τόσο μια παραλλαγή ταυτότητας όσο μια διεργασία.
Ø Κατακτημένη ταυτότητα. Πρόκειται ουσιαστικά για το τελικό αποτέλεσμα της επιτυχούς επίλυσης της κρίσης ταυτότητας. Σε αυτή την μορφή ταυτότητας το άτομο έχει δεσμευθεί και αφοσιωθεί σε συγκεκριμένη ιδεολογία, σε συγκεκριμένους κοινωνικούς ρόλους κι επαγγελματικούς στόχους βάσει κριτηρίων που το ίδιο το άτομο έχει θέσει.



Η ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΒΕΙΑΣ
Όλες οι προαναφερθείσες θεωρίες για την εφηβεία παρουσιάζουν, τρόπο τινά, το άτομο να βιώνει παθητικά την περίοδο αυτή της ζωής του. Ωστόσο πολλοί θεωρητικοί πιστεύουν ότι τα άτομα δρουν περισσότερο ενεργά στην διαμόρφωση των εμπειριών τους στην εφηβική περίοδο. Ο Lerner υιοθετώντας αυτήν την άποψη έδωσε έμφαση στον τρόπο αλληλοεπίδρασης των εφήβων με το περιβάλλον τους και στον σημαντικό ρόλο που παίζει αυτός στην ανάπτυξή τους και διατύπωσε 3 τρόπους αυτής της αλληλοεπίδρασης:
1. Αποτελεί ο ίδιος ερέθισμα για τους άλλους. Ο έφηβος προκαλεί διαφορετικές αντιδράσεις ή διαφορετικές συμπεριφορές γενικότερα σε διαφορετικούς ανθρώπους.
2. Επεξεργάζεται τις πληροφορίες. Ο έφηβος προσπαθεί να αποδώσει σημασία στις πράξεις των άλλων σύμφωνα με το πώς ο ίδιος τις κατανοεί. Προσπαθεί επιπλέον να προσαρμόσει τις πράξεις του με το νόημα που αποδίδει στην εμπειρία του.
3. Δρα ως ενεργός φορέας της ζωής του. Ο έφηβος αποτελεί μια ενεργό δύναμη μέσα στο περιβάλλον του , επηρεάζοντας διαμορφώνοντας κι επιλέγοντας σε μεγάλο βαθμό ότι είναι πιθανό να του συμβεί.

Συμπερασματικά θα πρέπει να πούμε ότι αν και όλες αυτές οι θεωρίες ισχύουν, καμία μεμονωμένα δεν μπορεί να αποτελεί θέσφατο για την αποκωδικοποίηση ενεργειών ή αντιδράσεων για μια τόσο εύθραυστη κι ευαίσθητη περίοδο στην ζωή του ατόμου όπως είναι η εφηβεία. Το σίγουρο είναι ότι ορίζουν το γενικό πλαίσιο της εφηβείας μέσα από ένα επιστημονικό κι άρα ορθό οπτικό πρίσμα, αλλά επίσης σίγουρο είναι ότι κάθε άτομο αποτελεί μονάδα διαφορετική ανάμεσα στην πολυπλοκότητα των ανθρωπίνων όντων, μονάδα της οποίας η στάση διαμορφώνεται εκτός από τα προαναφερθέντα , κι από την πολιτισμική ιδεολογία της κοινωνίας που ζει καθώς και το βιοτικό επίπεδο που αυτή επιτρέπει.-

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ - Ο ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ
Ο άνθρωπος καταναλώνει το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής του ανταποκρινόμενος συμπεριφορικά, σε εξωτερικά ερεθίσματα και πληροφορίες. Πως όμως προσλαμβάνει αυτές τις πληροφορίες και πως τις επεξεργάζεται? Η επεξεργασία τους γίνεται μέσω του εγκεφάλου και η πρόσληψή τους μέσω του ανθρώπινου νευρικού συστήματος.
Το νευρικό σύστημα αποτελείται από εκατομμύρια ειδικών κυττάρων, τα οποία είναι γνωστά ως νευρώνες και είναι οργανωμένα σε διαφορετικές δομές, και χωρίζεται σε 3 κυρίως τμήματα: το περιφερικό νευρικό σύστημα, το κεντρικό νευρικό σύστημα και το αυτόνομο νευρικό σύστημα.
Το περιφερικό νευρικό σύστημα (ΠΝΣ) συγκροτείται από ένα δίκτυο νευρικών ινών (νεύρων) το οποίο καλύπτει ολόκληρο το ανθρώπινο σώμα. Το σύστημα αυτό μεταφέρει πληροφορίες σχετικές με το σώμα και τα εξωτερικά ερεθίσματα στον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό, και μεταβιβάζει μηνύματα από τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό προς όλα τα μέρη του σώματος.
Το κεντρικό νευρικό σύστημα (ΚΝΣ) αποτελείται από τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό τα οποία επεξεργάζονται τις πληροφορίες που δέχονται από το περιφερικό νευρικό σύστημα. Συντονίζουν επίσης τις διαφορετικές ενέργειες και αντιδράσεις του σώματος.
Το αυτόνομο νευρικό σύστημα (ΑΝΣ) είναι το νευρικό σύστημα που αφορά τις καταστάσεις εκείνες του σώματος όπως η εγκυμοσύνη και οι συναισθηματικές αντιδράσεις (γέλιο, κλάμα κα)

O ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ αποτελεί το σημαντικότερο για την ζωή και ταυτόχρονα πολυπλοκότερο μέρος του κεντρικού νευρικού συστήματος κι ανθρώπινου οργάνου. Βρίσκεται προστατευμένος μέσα σε μια οστέινη κάψα (το κρανίο) και τρείς μεμβράνες, τις μήνιγγες, που περιβάλλουν τον εγκέφαλο.
Η σκληρά μήνιγγα (dura matter) είναι η εξωτερική σκληρή κι ανθεκτική μεμβράνη η οποία και χωρίζει μερικώς στο άνω μέρος τους, τα δύο ημισφαίρια του εγκεφάλου με μια πτυχή η οποία ονομάζεται και λόγω του σχήματός της δρέπανο (falx), κι από την παρεγκεφαλίδα με μια άλλη πτυχή που ονομάζεται σκηνίδιο (tentorioum).
Η αραχνοειδής μήνιγγα , η οποία ονομάστηκε έτσι λόγω της υφής της βρίσκεται ανάμεσα στον εγκέφαλο και την σκληρά μήνιγγα.
Τέλος η λεπτή μήνιγγα (pia matter) βρίσκεται ακριβώς πάνω στον εγκέφαλο και κατέρχεται τις πτυχές και σχισμές του εγκεφάλου.
Όλες τις κοιλότητες χωρίς εγκεφαλική ουσία του εγκεφάλου αλλά και του νωτιαίου μυελού τις περιλούει το εγκεφαλονωτιαίο υγρό το οποίο παράγεται στα χοριοειδή πλέγματα των κοιλιών του εγκεφάλου. Ο εγκέφαλος διατρέχεται στις αυλακώσεις και της πτυχές του από αρτηρίες και φλέβες οι οποίες ως γνωστόν περιέχουν αντίστοιχα αρτηριακό και φλεβικό αίμα. Ανάμεσα στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό και στο αίμα η κυκλοφορία είναι περιορισμένη λόγω της ύπαρξης του εγκεφαλικού φράγματος (blood-brain barrier), ένα σύστημα που επιτρέπει μόνο σε μερικές ουσίες και φάρμακα να περνούν από το αίμα στον εγκέφαλο και συντελεί στην προστασία του.
Ο εγκέφαλος μαζί με το νωτιαίο μυελό συγκροτούν το εγκεφαλονωτιαίο σύστημα, η περιφερική μοίρα των οποίων αποτελείται από τα νεύρα τα οποία από καλούνται νωτιαία όταν εκφύονται από τον μυελό και κρανιακά ή εγκεφαλικά όταν εκφύονται από τον εγκέφαλο. Τα εγκεφαλικά νεύρα είναι 24, 12 στο δεξί και 12 στο αριστερό ημισφαίριο κι αποτελούν τις 12 εγκεφαλικές συζυγίες.
Εσωτερικά ο εγκέφαλος διαιρείται: 1) στα εγκεφαλικά ημισφαίρια (αριστερό και δεξί), 2) στον διάμεσο εγκέφαλο (επιθάλαμος, επίφυση, οπτικός θάλαμος, υποθάλαμος και υπόφυση), 3) στον μέσο εγκέφαλο όπου υπάρχει ο ερυθρός πυρήνας και η μέλαινα ουσία, 4) στον οπίσθιο εγκέφαλο (γέφυρα και παρεγκεφαλίδα) και 5) τον έσχατο εγκέφαλο ή προμήκη μυελό που βρίσκεται σε συνέχεια με τον νωτιαίο μυελό.







ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΙ ΛΟΒΟΙ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
Σε αριστερή διατομή του εγκεφάλου θα παρατηρούσαμε τις εξής περιοχές: τον μετωπιαίο λοβό, τον βρεγματικό λοβό , τον κροταφικό λοβό και την πληκτραία σχισμή. Το καθένα από αυτά τα τμήματα του εγκεφάλου ευθύνεται για κάποιες ανθρώπινες λειτουργίες.



· Ο μετωπιαίος λοβός που στον άνθρωπο αποτελεί περίπου το 50% του όγκου του ημισφαιρίου, έχει πρωτίστως σχέση με την ομιλία. Τα περισσότερα γλωσσικά επίπεδα (λεξιλόγιο, σύνταξη, γραμματική) καθορίζονται από το αριστερό ημισφαίριο, ενώ οι μη λεκτικές εκφράσεις της ομιλίας όπως ο τόνος της φωνής, το χιούμορ, τα υπονοούμενα, το συναίσθημα από το δεξί ημισφαίριο. Ειδικά στο αριστερό τμήμα του μετωπιαίου λοβού υπάρχει μια μικρή περιοχή που ονομάζεται «κέντρο Broca ». Βλάβη σε αυτήν την περιοχή προκαλεί έναν τύπο αφασίας με βασικό σύμπτωμα την αδυναμία έκφρασης, ασθένεια γνωστή ως «αφασία Broca». Ο μετωπιαίος λοβός επίσης ελέγχει την κίνηση ολόκληρου του αντιθέτου ημιμορίου του σώματος , δηλαδή του δεξιού. Η σημαντικότερη όμως λειτουργία των μετωπιαίων αλλά και προμετωπιαίων λοβών έχει σχέση με την προσωπικότητα, την κρίση, κάποιες λειτουργίες της μνήμης, τις συγκινήσεις, και την μετάφραση σκέψεων σε πράξεις. Κάθε σχεδιασμός για το άμεσο ή απώτερο μέλλον καθορίζεται από τους μετωπιαίους λοβούς. Βλάβες του πλαγιοραχιαίου – υποφλοιώδους τμήματος στον μετωπιαίο, προκαλούν διαταραχή εκτελεστικής συμπεριφοράς. Βλάβες στο πλάγιο μετωποκογχικό τμήμα, έχει ως αποτέλεσμα την απουσία κοινωνικών αναστολών και την ανικανότητα διαπίστωσης των συναισθημάτων των άλλων (empathy). Τέλος βλάβες στο πρόσθιο τμήμα του υπερμεσολοβίου έλικος, προκαλεί έλλειψη κινήτρων και απάθεια ( Trible 1996, Damasio 1994).
· Ο βρεγματικός λοβός που βρίσκεται πίσω και άνω, σχετίζεται με λειτουργίες που αφορούν τις γενικές αισθήσεις (αφή, θερμοκρασία, πόνο), την αντίληψη αντικειμένων και προσώπων, καθώς και την γραφή.
· Ο κροταφικός λοβός αφορά την ομιλία (ιδιαίτερα η περιοχή του Βερνίκς), την ακοή, την μνήμη και τις συγκινήσεις.
· Ο ινιακός λοβός αφορά κυρίως την όραση. Πληκτραία σχισμή είναι η αύλακα που τον διατρέχει και σχετίζεται με την όραση

Ο φλοιός του εγκεφάλου έχει χρώμα φαιό, για αυτό και λέγεται φαιά ουσία.




ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ- ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΚΑΙ ΔΕΞΙ ΗΜΙΣΦΑΙΡΙΟ
Η ασυμμετρία των δυο ημισφαιρίων αποτελεί κατά πάσα πιθανότητα με τα όσα πιστεύουμε ως σήμερα, την βασική βιολογική βάση για την διαφορά του ανθρώπινου εγκεφάλου από αυτόν των ζώων. Αυτό σχετίζεται βέβαια πρωτίστως και με την ομιλία και δεξιοτεχνία που αποτελούν αποκλειστικές λειτουργίες του ανθρώπου.
Ø Αριστερό ημισφαίριο. Εκτός από την σημαντική λειτουργία της ομιλίας που φαίνεται να κατέχει το αριστερό ημισφαίριο, τόσο οι μαθηματικές πράξεις όσο και οι δεξιότητες πχ χειρισμός εργαλείων , σχετίζονται με αυτό. Κατά επέκταση το δεξί ημισφαίριο , κι άρα το αριστερό χέρι, δείχνει πιο αδέξιο στις συγκεκριμένες λειτουργίες. Επίσης το αριστερό ημισφαίριο θεωρείται το «αναλυτικό» ημισφαίριο κι ότι λειτουργεί σαν ψηφιακός υπολογιστής. Μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως μια βιβλιοθήκη δεδομένων γνώσεων.
Ø Το δεξί ημισφαίριο. Θεωρείται το «συνθετικό» ημισφαίριο και μπορεί να παρομοιαστεί με «οδηγό συμπεριφοράς» αλλά και σχέδιο για το που βρίσκεται το κάθε βιβλίο στην βιβλιοθήκη γνώσεων (αριστερό ημισφαίριο). Κατέχει ουσιαστικά όλες τις παραγλωσσικές λειτουργίες όπως το χρώμα της φωνής , η ένταση, το συναίσθημα κι ο τονισμός. Για παράδειγμα μπορούμε με έναν διαφορετικό τονισμό σε κάθε λέξη μιας απλής πρότασης όπως «ο Γιώργος είναι έξυπνος» να εννοήσουμε εντελώς διαφορετικά πράγματα. Αν τονίσουμε το «Γιώργος», τον ξεχωρίζουμε ως εξυπνότερο από κάποιους άλλους. Αν τονίσουμε το «είναι» δίνουμε έμφαση στην πρόταση ή την επιβεβαιώνουμε. Κι αν τονίσουμε στο «έξυπνος» προσδίδουμε κάποια έννοια πονηριάς στον Γιώργο ή τουλάχιστον υπονοούμε κάποια βαθύτερα κίνητρά του. Επίσης στο δεξί ημισφαίριο ανήκουν οι λειτουργίες: της αναγνώρισης προσώπων, της κατανομής προσοχής στον χώρο και γενικότερα, της λειτουργίας της αντίληψης, και η μνήμη των εικόνων (σε αντίθεση με την μνήμη των λέξεων). Έτσι η αριστερή κροταφική λοβεκτομή προκαλεί μνημονικές απώλειες λεκτικής έκφρασης ενώ η δεξιά κροταφική λοβεκτομή προκαλεί διαταραχές μακροπρόθεσμης οπτικής μνήμης.






ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΥΠΟΘΑΛΑΜΟΥ
1. ΔΙΨΑ. Χαρακτηριστικό των ανθρώπων και των ανώτερων ζωικών οργανισμών είναι η ομοιόσταση, δηλαδή η σχολαστική διατήρηση της εσωτερικής ισορροπίας του οργανισμού. Η ομοιόσταση , ανάμεσα στα άλλα, είναι υπεύθυνη για την σταθερότητα των αλάτων στο αίμα, άρα η μερική αφυδάτωση προκαλεί διαταραχή της εσωτερικής σταθερότητας. Αυτή η «πύκνωση» του αίματος γίνεται αντιληπτή οπότε κι αρχίζει η παραγωγή ρενίνης (ή νεφρίνης) στα νεφρά. Η ρενίνη είναι ένα ένζυμο που προκαλεί έμμεσα την παραγωγή της αγγειοτενσίνης ΙΙ στο αίμα, ενός πολυπεπτιδίου 8 αμινοξέων που ρόλος του είναι η μεταφορά στους πυρήνες του υποθαλάμου του μηνύματος της δίψας.
2. ΠΟΝΟΣ. Είναι ένα αίσθημα που προκαλείται είτε από εξωτερικά ερεθίσματα, είτε από εσωτερικά ερεθίσματα δυσλειτουργίας οργάνου, και μέσω οδού νευρικών απολήξεων στο σώμα φθάνουν ως μήνυμα αντίδρασης στον εγκέφαλο. Τα εξωτερικά ερεθίσματα μπορεί να συνίστανται σε πίεση, θερμότητα, ηλεκτρισμό, χαμηλή θερμοκρασία κ.α Τα εσωτερικά ερεθίσματα μπορεί να συνίστανται σε μη αιμάτωση ή υπερβολική αιμάτωση οργάνου, σε πρόσκαιρη «διακοπή» ή αδυναμία λειτουργίας κάποιου οργάνου κ.α Στο ανθρώπινο σώμα υπάρχει ένα σύνολο δικτύου νευρών που παράγουν την προσταγλαδίνη η οποία και μεταφέρει το αίσθημα πόνου στον εγκέφαλο. Η σημασία της διαπιστώθηκε όταν ανακαλύφθηκε η δράση της ασπιρίνης η οποία δρα στο ίδιο δίκτυο νεύρων και ουσιαστικά εμποδίζει την μεταφορά της προσταγλαδίνης στον εγκέφαλο. Επίσης έχει αποδειχθεί ότι το αίσθημα το πόνου μειώνεται με την λήψη μορφίνης της οποίας ο αυθεντικός υποδοχέας βρίσκεται στο νευρικό ιστό του νωτιαίου μυελού. Η μορφίνη και γενικά τα οπιούχα φάρμακα αναστέλλουν την ελευθέρωση της ουσίας Ρ , ενός νευροπεπτιδίου με 11 αμινοξέα που μεταβιβάζει το αίσθημα του πόνου στο επίπεδο του νωτιαίου μυελού.
3. ΗΔΟΝΗ. Στην ηδονή ρόλο διαδραματίζουν πολλά μέρη του εγκεφάλου όπως το διαφανές διάφραγμα και οι πυρήνες του υποθαλάμου. Οι συνάψεις που βρίσκονται εκεί και στο στέλεχος ονομάζονται συνάψεις ηδονής. Στον υποθάλαμο υπάρχουν σημεία τα οποία δεν σχετίζονται με σημεία άλλων ζωτικών λειτουργιών. Το ηλεκτρικό ερέθισμα σε αυτά προκαλεί το αίσθημα μεγάλης ευχαρίστησης, δηλαδή ηδονής. Κύριο ρόλο σε αυτόν τον μηχανισμό παίζει η ουσία ντοπαμίνη η οποία εκλύεται στον εγκέφαλο. Η ηδονή ελαττώνεται (κατάσταση ανηδονίας) αν δοθεί φάρμακο που είναι αποκλειστής της ντοπαμίνης, πχ η αλοπεριδόλη.
4. ΟΡΓΗ. Οι πρώτες μελέτες έγιναν από τον Papez (1937), σε σκυλιά κι ανθρώπους που είχαν προσβληθεί από τον ιό της λύσσας. Ανακαλύφθηκε ότι η οργή συσχετίζεται με βλάβη στον ιππόκαμπο του μεταιχμιακού συστήματος του εγκεφάλου. Το 1939 (Kluver- Busy) εκπονήθηκαν πειράματα σε πιθήκους κι ανακαλύφθηκε ότι όταν από αυτούς αφαιρέθηκε ένα τμήμα του μεταιχμιακού συστήματος και του φλοιού τα ζώα έγιναν : α) εξαιρετικά πειθήνια β)ανίκανα στην οπτική διάκριση πραγμάτων φαγώσιμων και μη, και γ) ασυγκράτητα σε σεξουαλική δραστηριότητα. Αυτό ονομάστηκε σύνδρομο Kluver-Busy και σήμερα θεωρείται ότι οφείλεται στην διακοπή νευρικών οδών που ξεκινούν από τον φλοιό και καταλήγουν στον αμυγδαλοειδή πυρήνα. Στον άνθρωπο το σύνδρομο αυτό μπορεί να παρατηρηθεί μετά από εγκεφαλίτιδα οφειλόμενη στον ιό του έρπητος που προσβάλει την συγκεκριμένη περιοχή.
5. ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ. Οι μηχανισμοί του εγκεφάλου προσλαμβάνουν χιλιάδες ερεθίσματα για την σχέση μεταξύ δυο ατόμων. Υποστηρίζεται ότι η εμπειρία του οργασμού προηγείται στον εγκέφαλο από τις σωματικές εκδηλώσεις του και στον άνδρα και στην γυναίκα, για αυτό κι ο οργασμός θεωρείται μια εγκεφαλική λειτουργία. Όπως και κάθε λειτουργία ο οργασμός έχει τριπλή κωδικοποίηση: τοπογραφία, συχνότητα ή ρυθμό, και χημεία. Τα κυριότερα σημεία του σεξουαλικού οργασμού όπως έχουν αποκωδικοποιηθεί ως σήμερα είναι τα εξής:
I. Όταν ερεθιστούν συγκεκριμένα σημεία του εγκεφάλου προκαλείται οργασμός. Τέτοια σημεία είναι η περιοχή του διαφανούς διαφράγματος που βρίσκεται κάτω από το μεσολόβιο, η πλάγια περιοχή στον υποθάλαμο, σημεία στο εγκεφαλικό στέλεχος, και σημεία στον νεοφλοιό.
II. Κατά την διάρκεια της ερωτικής πράξης παρατηρούνται στο διαφανές διάφραγμα ηλεκτρικές εκκενώσεις υψηλού voltage. Πρόκειται για έντονη ηλεκτρική δραστηριότητα, μια ηλεκτροχημική θύελλα εντοπισμένη σε αυτό το σημείο, που πολλές φορές ισοδυναμεί με μικρή επιληπτική κρίση.
III. Η έκχυση ακετυλχολίνης προκαλεί έντονη αύξηση της σεξουαλικής ηδονής, συνεπώς θεωρείται ο νευροδιαβιβαστής του οργασμού.
IV. Σημαντική θεωρείται η ύπαρξη μιας ορμόνης, της LHRH (λιβερίνη της ωχρινοτρόπου ορμόνης), η οποία δρα σ’ έναν πυρήνα του υποθαλάμου παρακινώντας και τον άνδρα και την γυναίκα σε συνεύρεση.
V. Μετά το τέλος του οργασμού εκκρίνονται οι ενδορφίνες και οι εγκεφαλίνες , για αυτό κι επέρχεται μια κατάσταση ηρεμίας ή ύπνου.




ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ
Η μνήμη στην σκέψη των περισσότερων ανθρώπων αφορά το παρελθόν. Παρομοιάζεται με μια «συσκευή» καταγραφής, αποθήκευσης κι αναπαραγωγής πληροφοριών κι εικόνων που καταγράφηκαν σε περασμένο χρόνο. Μολονότι αυτές είναι λειτουργίες που τελούνται από τον εγκέφαλο, στην πραγματικότητα η λειτουργία της μνήμης είναι πολύ πιο πολύπλοκη κι ευρύτερη με κύριο στοιχείο της την έννοια της μάθησης. Χωρίς την μάθηση δεν υπάρχει μνήμη. Και χωρίς μνήμη δεν υπάρχει μέλλον γιατί δεν υπάρχει ταυτότητα. Η μνήμη δεν αφορά μόνο το παρελθόν, αλλά και το παρόν και το μέλλον. Δεν θυμόμαστε μόνο πράγματα που έχουν συμβεί, αλλά επίσης και πράγματα που πρέπει, έχουμε να κάνουμε στο μέλλον. Κάθε μας πράξη απαιτεί 3 διαφορετικά από τα 4 είδη μνήμης όπως αυτά καθορίζονται στην νευροψυχολογία:
1. Η δηλωτική μνήμη. Αντιστοιχεί στην μνήμη που ονομάζουμε «θύμηση» στην καθημερινότητά μας και σχετίζεται με καταστάσεις, πρόσωπα και εικόνες που μπορούμε να θυμηθούμε από το παρελθόν. Βασική εγκεφαλική περιοχή για την λειτουργία της είναι ο ιππόκαμπος.
2. Η διακηρυκτική ή διαδικαστική μνήμη. Πρόκειται για την λειτουργία εκείνη της μνήμης που μας επιτρέπει να την απόκτηση και διατήρηση δεξιοτήτων όπως πχ η οδήγηση ποδηλάτου, το παίξιμο ενός μουσικού οργάνου κλπ. Βασικές εγκεφαλικές περιοχές για την λειτουργία της είναι τα βασικά γάγγλια κι η παρεγκεφαλίδα.
3. Η εργαζόμενη ή ενεργός μνήμη. Είναι ουσιαστικά η μεγάλη κατηγορία μνήμης κι αφορά την καθημερινότητά μας και την επίλυση προβλημάτων. Είναι η μνήμη αυτή που ενεργεί από μια λειτουργία μέχρι την εκτέλεσή της σε σύντομο διάστημα. Πχ όταν θα δούμε στον τηλεφωνικό κατάλογο ένα τηλ , μέχρι την στιγμή που θα καλέσουμε δρα η ενεργός μνήμη. Βασική εγκεφαλική περιοχή για την λειτουργία της φαίνεται να είναι εκείνο το ανατομικό σύστημα του εγκεφάλου που έχει ως βάσεις τις προκινητικές και προμετωπιαίες έλικες.
4. Η βραχύχρονη μνήμη. Θεωρείται συχνά μέρος της ενεργούς μνήμης αλλά βασικά διαχωρίζεται από αυτήν γιατί αφορά την συγκράτηση αντιληπτικών δεδομένων και πραγματοποιείται με λειτουργία περιοχών του εγκεφάλου που σχετίζονται με τις αισθήσεις χωρίς την εμπλοκή της περιοχής του ιππόκαμπου όπως στην ενεργή μνήμη.

Μια χαρακτηριστική ανθρώπινη δραστηριότητα που συνδυάζει τρείς μορφές μνήμης είναι η οδήγηση αυτοκινήτου, αφού η γνώση του δρομολογίου (δηλωτική μνήμη), η δεξιότητα της οδήγησης (διακηρυκτική μνήμη) και η εργαζόμενη μνήμη συνεργάζονται για το αποτέλεσμα της μετάβασης στον επιθυμητό τόπο προορισμού.


ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ο εγκέφαλος αποτελεί το σημαντικότερο όργανο στον ανθρώπινο σώμα. Είναι το «διευθυντήριο» όργανο ολόκληρου του οργανισμού και το υπεύθυνο όργανο για την ανθρώπινη ανάπτυξη σε κάθε τομέα. Αν και είναι όμοιο ανατομικά όργανο σε κάθε άνθρωπο, εντούτοις οι λειτουργίες του εκείνες που εξασκούνται λιγότερο ή περισσότερο από το κάθε άτομο προσδίδουν ιδιαίτερες μορφές στις ανταποκρίσεις του προς το περιβάλλον του, και επηρεάζουν άμεσα την ψυχολογική του υπόσταση. Παράλληλα είναι αυτονόητη η σημαντικότητα τόσο ψυχολογικά όσο και σωματικά της υπολειτουργίας τμημάτων του εγκεφάλου λόγω κάποιας βλάβης, ή λόγω έκπτωσης λειτουργιών του πχ λόγω γήρατος. Αν και όλες οι ψυχολογικές ασθένειες δεν προέρχονται καθαρά από τον εγκέφαλο (λόγω κάποιας βλάβης του) , ωστόσο γεννιούνται και διατηρούνται εντός αυτού μέσω της αντίληψης , της μνήμης , της αίσθησης και των άλλων λειτουργιών του. Και είτε προέρχονται άμεσα από αυτόν είτε όχι, ο εγκέφαλος κι ο τρόπος λειτουργίας του στο κάθε άτομο είναι το σημαντικότερο όργανο του θεραπευόμενου για κάθε ψυχολόγο-θεραπευτή .-
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ΟΜΑΔΙΚΗ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ

Ομαδική ψυχοθεραπεία ορίζεται ως η θεραπεία πολλών ατόμων ταυτόχρονα εντός μίας συνεδρίας. Αρχικά εφαρμόστηκαν ως λύση ανάγκης σε στρατιώτες κυρίως του Βιετνάμ, για διαταραχές συμπεριφοράς που παρουσίασαν (βλ. Dr.Scott Peck “Μετά τον δρόμο τον λιγότερο ταξιδεμένο» - εκδ.ΛΙΒΑΝΗ), για λόγους καθαρά κόστους και χρόνου. Στην διάρκεια όμως των θεραπειών αυτών διαπιστώθηκαν ποικίλα επιπλέον οφέλη για τους θεραπευόμενους με αποτέλεσμα να ανεβεί η αξία της ομαδικής ως ψυχοθεραπευτικής μεθόδου ,κατακόρυφα. Μιας αξίας που έγκειται κυρίως στις διαπροσωπικές σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των θεραπευομένων εντός της συνεδρίας.

ΜΟΡΦΕΣ ΚΑΙ ΕΙΔΗ ΟΜΑΔΙΚΗΣ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ

Υπάρχουν ποικίλες μορφές ομαδικής ψυχοθεραπείας, μορφές που κατηγοριοποιούνται σύμφωνα με τους ρόλους των ατόμων που λαμβάνουν μέρος στην συνεδρία.
Καταρχήν θα πρέπει εδώ να αναφέρουμε ότι όλες οι ατομικές ψυχοθεραπευτικές μέθοδοι όπως η συμπεριφοριστική, η ανθρωπιστική, η πελατοκεντρική κ.α , έχουν προσαρμόσει την διαδικασία τους ώστε να μπορούν να είναι εφαρμόσιμες σε πολλά άτομα ταυτόχρονα με σχετικά ίδια καλά αποτελέσματα.
Υπάρχουν όμως και συγκεκριμένες μορφές ομαδικών θεραπειών που χρησιμοποιούνται σε συγκεκριμένα ψυχοθεραπευτικά πλαίσια ,κυρίως ιδιωτικά κέντρα ψυχοθεραπείας, για ποικίλων μορφών ψυχολογικά προβλήματα όπως οι φοβίες , η αντικοινωνική συμπεριφορά, οι ταραγμένες διαπροσωπικές σχέσεις κτλ.
Τυπικές τέτοιες μορφές ομαδικής ψυχοθεραπείας είναι οι εξής:
Ø Οικογενειακή θεραπεία (family therapy). Η μέθοδος αυτή βασίζεται στην άποψη ότι όταν ένα μέλος της οικογένειας παρουσιάζει κάποιο πρόβλημα, αυτό αποτελεί ένα προειδοποιητικό «σήμα» ότι όλα τα μέλη της ομάδας- οικογένειας έχουν ανάγκη από βοήθεια. Συχνά τόσο το πρόβλημα όσο και η λύση δεν βρίσκονται στο πρόσωπο – άτομο που παρουσιάζει κάποια μορφή διαταραχής, αλλά στον τρόπο που η οικογένεια λειτουργεί κι αλληλοεπιδρά μεταξύ των μελών της ως ομάδα. Στην θεραπευτική διαδικασία όλα τα μέλη της οικογένειας, ομαδικά πλέον, ενθαρρύνονται να ξεκαθαρίσουν και να εκφράσουν τα συναισθήματά τους προς τα υπόλοιπα μέλη , να εντοπίσουν και να επεξεργαστούν τις δυσκολίες στην μεταξύ τους επικοινωνία, να επισημάνουν τα εμπόδια που παρακωλύουν την αμοιβαιότητα των συναισθημάτων τους , και να οδηγηθούν σε αποτελεσματική συνεργασία της ομάδας με αποτέλεσμα την ομαλή λειτουργία της. Κύριο στοιχείο της θεραπευτικής διαδικασίας είναι να κατανοήσουν όλα τα μέλη το κέρδος τους από την αλλαγή στην συμπεριφορά τους. Η προσπάθεια καταβάλλεται αρχικά να πειστεί το κάθε μέλος να αλλάξει πρωτίστως τους τρόπους που εφαρμόζει για να ικανοποιεί τις ανάγκες του κι όχι τις ίδιες τις ανάγκες του ή την προσωπικότητά του. Συχνά δε, γίνεται χρήση βιντεοσκοπήσεων από σκηνές της οικογενειακής ζωής , για να μπορέσει να εντοπίσει, να αναλύσει, να εξετάσει και να συνειδητοποιήσει το κάθε μέλος τα σφάλματα στην συμπεριφορά του.
Ø Ψυχόδραμα. Σε αυτή την μορφή ομαδικής ψυχοθεραπείας της οποίας θεμελιωτής είναι ο J.L Moreno , οι ασθενείς υποδύονται ρόλους οριζόμενους από τον ψυχοθεραπευτή σύμφωνα με την προσωπικότητά τους και το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν. Συνήθως ένας ασθενής ορίζεται ως ο «πρωταγωνιστής» υποδυόμενος ρόλο που στην πραγματικότητα του προκαλούν άγχος , και οι υπόλοιποι ασθενείς συμμετέχουν είτε ως «συμπρωταγωνιστές» είτε ως θεατές και οι οποίοι βαθμιαία προωθούνται προς τον «πρώτο» ρόλο. Με την ελεύθερη έκφραση στην «σκηνή», ο ασθενής πετυχαίνει και βιώνει μια συναισθηματική αποφόρτιση προς το αγχογόνο γεγονός, που τελικά επιφέρει και την θεραπεία. Ο ελεύθερος διάλογος στο ψυχόδραμα ως ψυχοθεραπευτική διαδικασία είναι το αντίστοιχο του ελεύθερου συνειρμού στην ψυχανάλυση.
Ø Παιγνιοθεραπεία. Η μέθοδος αυτή είναι συναφής με το ψυχόδραμα με την διαφορά ότι γίνεται υπό την μορφή παιχνιδιού και κυρίως εφαρμόζεται σε παιδιά. Ο λόγος που βρίσκει κυρίως εφαρμογή σε παιδιά είναι ότι στα παιδιά λόγω ηλικίας και σταδίου ανάπτυξης, η προφορική επικοινωνία και η συνεργασία είναι δύσκολες ή δυσνόητες. Τα παιδιά δίνουν διέξοδο στα συναισθήματα, στις σκέψεις τους και στους προβληματισμούς τους , ζωγραφίζοντας ή παίζοντας παιχνίδια που τους είναι διαθέσιμα. Έτσι εξωτερικεύουν τις εσωτερικές τους συγκρούσεις και προβλήματα, και μεταφέρουν στην πραγματική ζωή τους τις λύσεις που βρήκαν στον παιχνίδι με την βοήθεια του ψυχοθεραπευτή.
Ø Συναντησιακές ομάδες (encounter groups , t-groups). Είναι μια μορφή ομαδικής ψυχοθεραπείας που έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Κύριο θεραπευτικό στοιχείο αποτελεί η «συνάντηση» που στηρίζεται στο ανθρωπιστικό πρότυπο κι αποβλέπει στην απελευθέρωση του ατόμου ώστε να ζήσει μια πληρέστερη ζωή, μέσω μια αμοιβαίας προσπάθειας κι επιθυμίας του ατόμου να επηρεάσει και να επηρεαστεί. Στις συναντησιακές αυτές ομάδες χρησιμοποιούνται διάφορες και ποικίλες ασκήσεις που βοηθούν τα άτομα να αυξήσουν την αυτογνωσία τους , να βελτιώσουν τις διαπροσωπικές τους σχέσεις και να αξιοποιήσουν νέες διόδους προσωπικής εμπειρίας κι ανάπτυξης. Είναι δε σημαντικό να τονίσουμε ότι σε αυτή την μορφή ψυχοθεραπείας λαμβάνουν μέρος όχι μόνο άτομα που παρουσιάζουν κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα αλλά και άτομα με επαρκή ψυχική υγεία που απλά επιδιώκουν προσωπική ανάπτυξη και αυτοπραγμάτωση. Στην ομάδα συμμετέχουν από 12 ως 20 άτομα που ενθαρρύνονται να βγάλουν την μάσκα της καθημερινής τους ζωής και να εκφράσουν ελεύθερα βαθύτερες σκέψεις και ειλικρινά συναισθήματα. Ο θεραπευτής παραμένει στο παρασκήνιο αφήνοντας τους συμμετέχοντες μέσα από την ασφάλεια που τους εξασφαλίζει η μικροκοσμική κοινωνία της συναντησιακής ομάδας να αφυπνίσουν ελεύθερες συμπεριφορές, ιδέες, σκέψεις και συναισθήματα. Στην εντατική τους μορφή οι ομάδες αυτές συνεδριάζουν για ολόκληρη μέρα η ολόκληρο σαββατοκύριακο χωρίς ουσιαστική διακοπή και τότε αποκτούν την μορφή ψυχοθεραπείας την γνωστή ως «μαραθώνιες συνεδρίες». Λαμβάνουν μέρος ή σε γραφείο του θεραπευτή αν ο χώρος προσφέρεται για αυτό ή σε απομονωμένο μέρος της επιλογής του πχ μια χειμερινή η θερινή έπαυλη. Θα πρέπει να επισημανθεί τέλος εδώ , ότι σημαντικό στοιχείο στο οποίο πρέπει να δώσει ιδιαίτερη σημασία ο θεραπευτής είναι στην ομοιογένεια της κάθε ομάδας που δημιουργεί ως προς τον βαθμό ψυχικής υγείας των μελών της. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι καλό είναι να δημιουργούνται δυο κατηγορίες ομάδας, της θεραπευτικής και της ομάδας ανάπτυξης. Κι αυτό γιατί η έμφαση της μεθόδου αυτής στην «ελεύθερη έκφραση των συναισθημάτων» μπορεί να αποβεί επιζήμια σε άτομα που η αυτοεκτίμηση τους είναι εύθραυστη στο να δεχθεί και να αντέξει την ομαδική κριτική και πίεση.

ΟΙ ΕΞΑΡΤΗΣΕΙΣ ΩΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑ

Η ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΩΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Κατά καιρούς η εξάρτηση έχει περιγραφεί ως η ηθική ή και πνευματική αδυναμία, η παράλληλη εκφραζόμενη με την απουσία θέλησης ή και δύναμης, να αντιμετωπίσει το άτομο τον κόσμο επιφέροντάς του σωματική και ψυχική ασθένεια. Η εννοιολόγηση όμως αυτή αποτελεί μια υπεραπλουστευμένη απόδοση ευθύνης σε επιφανειακό επίπεδο στο ίδιο το εξαρτώμενο άτομο αποκλείοντας την πολυπλευρικότητα της ίδιας της εξάρτησης.
Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι διακατέχονται από την βαθιά επιθυμία για την εύρεση γαλήνης και ηρεμίας σωματικής και πνευματικής, σε μυαλό και ψυχή κάθε στιγμή της ύπαρξής τους. Σε όλους έρχονται στιγμές που αυτό επιτυγχάνεται, όπως και στιγμές που δεν επιτυγχάνεται, ωστόσο επανέρχεται αργότερα. Σε αυτές τις περιόδους «μη γαλήνης» το άτομο νοιώθει λύπη η ακόμα και συναισθηματικό πένθος. Ωστόσο όλοι γνωρίζουν ότι πρόκειται για τους φυσιολογικούς κύκλους της ανθρώπινης ζωής, που δεν μπορεί κανείς μας να ελέγξει και πρέπει απλά να αποδεχτούμε.
Η εξάρτηση μπορεί να θεωρηθεί ως ακριβώς εκείνη η προσπάθεια από το άτομο, “ομαλής” αποδοχής από το ίδιο ή και ψευδοελέγχου αυτών των ανεξέλεγκτων κύκλων ζωής.
Το εξαρτώμενο άτομο μέσω της χρησιμοποίησης ουσίας, αντικειμένου ή πράξεως που αποτελεί την εξάρτησή του, βιώνει την επιθυμητή καλυτέρευση της διάθεσής του και τον αρχικό έλεγχο των όποιων ανατροπών του παρουσιάζονται. Δεσμεύεται σε μια σχέση με αυτό το αντικείμενο εξάρτησης με σκοπό την αναπαραγωγή αισθήματος μέθης, ευεξίας ή και έκστασης άσχετα από το είδος της εξάρτησης:
Ο αλκοολικός βιώνει την αλλαγή διάθεσης πίνοντας στο μπαρ της γειτονιάς του
Το άτομο με διατροφικές διαταραχές την βιώνει μέσω βουλιμίας ή νευρικής ανορεξίας
Ο τζογαδόρος παίζοντας στοιχήματα ή ιππόδρομο ή πηγαίνοντας στο καζίνο
Ο κλεπτομανής όταν κλέβει κάτι από ένα ράφι καταστήματος
Ο σεξομανής κοιτάζοντας πορνογραφικό υλικό ή αναζητώντας συνεχώς την σεξουαλική του διέγερση πχ. Πηγαίνοντας με πόρνες
Ο μανιώδης καταναλωτής με τις αγορές πραγμάτων
Ο εργασιομανής μένοντας περισσότερες ώρες στο χώρο εργασίας παρότι τον χρειάζονται σπίτι
Αυτές είναι και οι μορφές της ικανοποίησης, του “φτιαξίματος”. Το φτιάξιμο όμως έχει 3 κυρίως μορφές: την διέγερση, τον κορεσμό και την φαντασία. Η φαντασία αποτελεί μέρος όλων των εξαρτήσεων. Η διέγερση κι ο κορεσμός είναι πανούργα «φτιαξίματα». Κι αυτό γιατί είναι ελκυστικά, γεμάτα δύναμη αλλά και ματαιωτικά.
Η διέγερση προκαλείται από τις αμφεταμίνες, την κοκαΐνη, το αλκοόλ, το ρίσκο του κέρδους στον τζόγο, το σεξ, την ψυχαναγκαστική κλοπή κτλ. Προκαλεί πρωτόγονα αισθήματα αστείρευτης δύναμης και κάνει το άτομο να πιστεύει ότι είναι παντοδύναμο και δεν μπορεί να το αγγίξει τίποτα, ακριβώς γιατί επηρεάζει άμεσα το ένστικτο της δύναμης.
Ο κορεσμός δίνει την αίσθηση στον εξαρτώμενο ότι είναι πλήρης, αυτάρκης και μη επιρρεπής στον πόνο. Η ηρωίνη, η μαριχουάνα καθώς και συμπεριφορές όπως η υπερβολική κατανάλωση φαγητού (υπερφαγία), ή η συνεχής έκθεση σε πορνογραφικό υλικό παράγουν τέτοια αισθήματα. Ο κορεσμός έλκει συγκεκριμένους τύπους ανθρώπων γιατί «μουδιάζει» την αίσθηση πόνου ή θλίψης.
Κοινό στοιχείο όλων των εξαρτητικών καταστάσεων είναι ότι προκαλούν την καλυτέρευση της διάθεσης όσο διαρκεί η αλλαγή που προέρχεται από το τελετουργικό μέρος της εξάρτησης κι ότι πάντα επιστρέφουν το άτομο στην πρότερη ή ακόμα μεγαλύτερη θλίψη οδηγώντας το τελικά στην απελπισία.


ΤΑ ΣΤΑΔΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ
Η εξάρτηση αποτελείται από ένα τέτοιο σύνολο εμπειριών, που διαμορφώνουν συμπεριφορά κατευθυνόμενη προς μια προκαθορισμένη κατεύθυνση, δημιουργώντας εσωτερικές αλλαγές στο άτομο, κι αποτελούν τα 3 στάδια αυτής:

Στάδιο 1: Η εσωτερική αλλαγή
Η εξάρτηση προκαλεί μόνιμες αλλαγές στο άτομο από το πρώτο κιόλας στάδιο. Πολύ πριν υποπτευθεί το άτομο ότι υπάρχει πρόβλημα, εντός του συντελούνται ήδη εκείνες οι βαθιές αλλαγές που θα αλλάξουν την συμπεριφορά του και θα του επιφέρουν μόνιμες αλλαγές. Το «ταξίδι» στον κόσμο της εξάρτησης αρχίζει όταν το άτομο βιώνει το «ανέβασμα» της διάθεσής του που δημιουργείται από συγκεκριμένη συμπεριφορά του προς αντικείμενα η γεγονότα πχ το ταξίδι για τους ψυχαναγκαστικούς τζογαδόρους αρχίζει με την υπερδιέγερσή τους στην πρώτη νίκη, για τους βουλιμικούς με την αίσθηση την συναισθηματικής πληρότητας από την υπερκατανάλωση φαγητού κτλ.
Αξίζει να σημειώσουμε εδώ ότι και μη εξαρτημένα άτομα αισθάνονται παρόμοιες αλλαγές στην διάθεση και είναι φυσικές. Αλλά για τους εν δυνάμει εξαρτημένους αυτές οι αλλαγές αποτελούν μια νέα πρωτόγνωρη και πολύ έντονη εμπειρία λόγω της ψευδαίσθησης του ελέγχου που αποκτούν σε άλλους τομείς της ζωής τους που κατά κανόνα παρουσιάζουν ελλειμματικές μορφές.

Ο εξαρτημένος έχει την ψευδαίσθηση ότι η ένταση που νοιώθει από το acting out (χρησιμοποίηση της ουσίας η του αντικειμένου της εξάρτησης), σημαίνει οικειότητα, αυτοεκτίμηση, κοινωνική άνεση ή διάφορα άλλα σημαντικά για την ζωή του πράγματα. Μερικοί άνθρωποι κάνουν κατάχρηση προς ουσίες ή αντικείμενα και κατόπιν στρέφονται σε πιο υγιείς τρόπους ικανοποίησης των αναγκών τους. Εντούτοις όταν κάποιος στραφεί προς ουσία ή αντικείμενο για ανακούφισή του ανακαλύπτει ότι αυτή είναι η βασική ψευδαίσθηση πάνω στην οποία στηρίζεται η εξάρτηση.
Η εξάρτηση παρουσιάζεται όταν υπάρχει έλλειψη φυσιολογικών σχέσεων κι ως τέτοιες νοούνται κυρίως 4: περιβάλλον (οικογένεια και φίλοι), ανώτερη πνευματική δύναμη (πίστη θρησκείας), εαυτός ( προσπάθεια βελτίωσης), κοινότητα (εργασιακή ομάδα ή αθλητική ομάδα). Αυτό που αυτές οι 4 σχέσεις έχουν κοινό είναι ότι το άτομο σκύβει μέσα σε αυτές αλλά βγαίνει κι εκτός αυτών. Αντίθετα η σχέση εξάρτησης κρατά το άτομο μέσα, το απομονώνει. Ο εξαρτημένος μόνο παίρνει. Οι φυσιολογικές σχέσεις είναι αμφίδρομες. Η βάση της εξάρτησης είναι συναισθηματική απομόνωση.

Ο εθισμός σε μια συνεχή ροή θα μπορούσε να αναπαρασταθεί σε διάγραμμα με ελλειπτικούς κύκλους μορφής σπιράλ ως εξής:
Α=ΠΟΝΟΣ , Β= ΑΙΣΘΗΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ ΓΙΑ ACTING OUT, C= ACTING OUT-ΑΙΣΘΗΣΗ ΚΑΛΥΤΕΡΕΥΣΗΣ, D=ΠΟΝΟΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ACTING OUT .
Ο κύκλος αυτός προκαλεί μια συναισθηματική πείνα στο άτομο και κρατά το πνεύμα απασχολημένο. Για το εξαρτημένο άτομο κάθε ανησυχία του γίνεται σημάδι ανάγκης για acting out. Από την μεριά του το acting out δημιουργεί σωματικά συμπτώματα, όπως επίσης και η αποχή από αυτό δημιουργεί συμπτώματα ανησυχίας ή και συναισθήματα νευρικότητας που διαρκούν μέρες ή και μήνες μετά την αποθεραπεία.

Σε αυτό το πρώτο στάδιο του εθισμού γεννιέται και ορίζεται η εξαρτητική προσωπικότητα του ατόμου. Ως εξαρτητική προσωπικότητα ορίζουμε το δημιούργημα της αντιπροσωπευτικής αλλαγής που συντελείται εντός του ατόμου ως αποτέλεσμα της εθιστικής διαδικασίας και μόνο ως προϊόν της ασθένειας της εξάρτησης. Αυτή η προσωπικότητα του ατόμου δεν υφίσταται προ της ασθένειας και δεν δηλώνει καμία προδιάθεση για εξάρτηση. Όπως μια μακροχρόνια ασθένεια όπως ο καρκίνος αλλοιώνει ή μεταβάλει πλευρές της προσωπικότητας του ασθενή έτσι και η ασθένεια της εξάρτησης επενεργεί εντός του με τον ίδιο τρόπο.
Η εξαρτητική προσωπικότητα είναι ο Εαυτός και η Εξαρτημένη πλευρά. Ο Εαυτός αντιπροσωπεύει την φυσιολογικοποιημένη ανθρώπινη πλευρά του ατόμου, ενώ η Εξαρτημένη πλευρά αντιπροσωπεύει το κομμάτι εκείνο που αναλώνεται και μεταβάλλεται από την εξάρτηση. Η εξαρτητική σχέση που αποκτά το άτομο είναι αυτή ακριβώς η σχέση μεταξύ των δύο αυτών πλευρών της προσωπικότητάς του. Όταν η Εξαρτημένη πλευρά εγκατασταθεί κι αποκτήσει τον έλεγχο της προσωπικότητας το ίδιο το αντικείμενο ή γεγονός της εξάρτησης αποκτά μικρότερη σημασία. Για αυτό τα εξαρτώμενα άτομα πολύ εύκολα αντικαθιστούν ένα αντικείμενο εξάρτησης με κάποιο άλλο. Γίνεται έτσι κατανοητό πόσο σημαντικό είναι για τον ίδιο τον ασθενή να κατανοήσει την Εξαρτημένη πλευρά της προσωπικότητάς του γιατί αυτή θα τον ακολουθεί σε όλη του την ζωή ακόμα κι αν κατά μεγάλες περιόδους δεν υπάρχει για αυτόν αντικείμενο εξάρτησης. Η εμπιστοσύνη του στην εξαρτητική διαδικασία θα παραμένει ακλόνητη με αποτέλεσμα να αποκόβει τον εαυτό του από κάθε μορφή φυσιολογικής σχέσης.
Εξάρτηση είναι η αληθινή πίστη και δέσμευση σε έναν αρνητικό τρόπο ζωής. Η ανάπτυξή της οφείλεται κυρίως στον τρόπο σκέψης ο οποίος πολλές φορές ενισχύεται από τον τρόπο που έχει μάθει να αντιλαμβάνεται το άτομο τις σχέσεις του. Άτομα που μεγάλωσαν σε οικογένειες που τους συμπεριφερόταν σαν αντικείμενα ή σε οικογένειες στις οποίες απουσίαζαν η προσέγγιση , η επαφή , η επικοινωνία, είναι σαφέστατα πιο επιρρεπή στην δημιουργία εξαρτητικής σχέσης γιατί προϋπάρχει εντός τους η αίσθηση του μοναχικού κενού στο οποίο βρίσκει πρόσφορο έδαφος το αντικείμενο της εξάρτησης, ως μορφή πληρότητας.
Στην διάρκεια της υπό εξάρτησης περιόδου το άτομο βιώνει πολλές φορές ντροπή. Αυτό συμβαίνει στο εξαρτημένο άτομο τόσο σε συνειδητό όσο και σε ασυνείδητο επίπεδο, αλλά περισσότερα ασυνείδητα. Όσο περισσότερο βιώνει την ανακούφιση του acting out, τόσο περισσότερο νοιώθει ντροπή και δημιουργείται απεγνωσμένα η ανάγκη να δικαιώσει στον εαυτό του την εξαρτητική σχέση. Αν και αυτή η ντροπή αρχικά παρουσιάζεται με την μορφή μιας απροσδιόριστης ανησυχίας, φτάνει σύντομα το άτομο να απολέσει την αυτοεκτίμησή του, τον σεβασμό του, τον αυτοπροσδιορισμό του, την αυτοπειθαρχία του, τον έλεγχο και την αγάπη για τον εαυτό του.

Στάδιο 2: Αλλαγή στον τρόπο Ζωής
Από την στιγμή που αναλαμβάνει τον έλεγχο η εξαρτητική προσωπικότητα, γίνονται πιο κυρίαρχα και τα ζητήματα της εθιστικής συμπεριφοράς. Η συμπεριφορά του εξαρτημένου ατόμου είναι η πιο ορατή πλευρά της εξάρτησης κι ως εκ τούτου εστιάζει την προσοχή πάνω της. Αν και στο πρώτο στάδιο της εθιστικής συμπεριφοράς το άτομο κάνει acting out σε κοινωνικά αποδεκτές συνθήκες χάνοντας ελάχιστα χρονικά τον έλεγχο (πχ ο αλκοολικός στο πρόσχημα μια κοινωνικής συγκέντρωσης), ωστόσο εντός του έχει ήδη αρχίσει η πνευματική εξάρτηση. Σε δεύτερο στάδιο ο συναισθηματικός και πνευματικός του έλεγχος βρίσκεται πλήρως υπό το κράτος της εθιστικής προσωπικότητας.
Κύρια στοιχεία της συμπεριφοράς του εξαρτημένου είναι η καθημερινά αυξανόμενη προδοσία του Εαυτού και των άλλων (απώλεια φυσιολογικών σχέσεων):
Αρχίζει να λέει ψέματα όταν είναι πιο εύκολο να πει την αλήθεια
Αρχίζει να κατηγορεί τους άλλους ενώ δεν επιδρούν σε αυτόν
Η τελετουργία εισάγεται στην καθημερινή ζωή του ως τρόπος συμπεριφοράς
Βλέπει την απομάκρυνσή του από πολλούς ανθρώπους.
Δημιουργεί έναν «μυστικό» κόσμο στον οποίο αποσύρεται συναισθηματικά και πνευματικά και ταυτόχρονα ζει με τον εθιστικό του τρόπο.

Αυτό είναι το στάδιο κατά το οποίο:
v Οι βουλιμικοί αρχίζουν να κρύβουν την τροφή, να τρώνε μυστικά ή να νοιώθουν ότι πεθαίνουν της πείνας
v Οι εξαρτημένοι από το σεξ πηγαίνουν σε πόρνες ή δημιουργούν πολλές παράλληλες σχέσεις.
v Οι τζογαδόροι ανοίγουν μυστικούς τραπεζικούς λογαριασμούς ή κάνουν δεύτερη κρυφή δουλειά
v Οι αλκοολικοί αρχίζουν να πίνουν σταθερά ένα ποτήρι πριν γυρίσουν σπίτι.

Κάθε φορά που ο εξαρτώμενος αντιδρά κατά τέτοιο τρόπο εξαρτάται όλο και περισσότερο από την εξαρτητική διαδικασία και την λογική της, και λιγότερο από τον ίδιο κι αυτούς που αγαπάει. Η σημασία των τελετουργιών εισάγεται εδώ και είναι μεγάλη. Οι τελετουργίες είναι σημαντικές γιατί βοηθούν να δεσμευόμαστε με τις πεποιθήσεις και τις αξίες μας και να ερχόμαστε σε επαφή με άλλους που έχουν τις ίδιες αξίες, τις οποίες επιβεβαιώνουμε στον εαυτό μας μέσω των τελετουργιών. Όποτε παίρνουμε μέρος σε μια τελετουργία δυναμώνει ο δεσμός μας με ότι αυτή αντιπροσωπεύει.
Ο Έριχ Φρόμ στο βιβλίο του «η κοινωνία της λογικής» αναφέρει: το άτομο εκφράζει με το σώμα του αυτό που μελετά με το μυαλό του.
Τα τελετουργικά είναι αναφορές σε μία αξία. Αντίστοιχα στην εξάρτηση οι τελετουργίες γίνονται αναφορές σε αξίες που κατασκευάζουν οι πεποιθήσεις της εξαρτημένης πλευράς. Κι ακριβώς ως τελετουργίες είναι επαναλαμβανόμενες κι ορίζουν τον νέο αυτό τρόπο ζωής εντός της εξάρτησης.

Στάδιο 3: Η κατάρρευση της Ζωής
Το τρίτο στάδιο εμφανίζεται ακριβώς γιατί η εξάρτηση αποδεικνύεται ιδιαίτερα επιδέξια στην δημιουργία πόνου, φόβου, ντροπής, μοναξιάς και θυμού. Ονομάζεται στάδιο Κατάρρευσης της Ζωής γιατί εδώ το άτομο κυριολεκτικά αρχίζει να καταρρέει από το τρομερό άγχος που προκαλούν αυτά τα συναισθήματα.
Αρχικά καταρρέει το acting out. Αρχίζει πλέον να μην παράγει την ίδια ευχαρίστηση παρότι ακόμα επιφέρει αλλαγή στην διάθεση και να γίνεται βαρετό για το άτομο. Η μαγική του πλευρά του, το «ανέβασμα», χάνεται υπό το στρες της συναισθηματικής επιβάρυνσης του ατόμου. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι εξαρτημένοι βρισκόμενοι σε θεραπεία αναφέρουν ότι σε αυτό το στάδιο η προσκόλληση στο acting out δημιουργεί την ίδια ή και περισσότερη ευχαρίστηση από το ίδιο το acting out.
Σε αυτό το τρίτο στάδιο ο εξαρτημένος συμπεριφέρεται ακραία. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που η συμπεριφορά του φοβίζει τον ίδιο. Οι επικίνδυνες κι απειλητικές για την ζωή πλευρές της εθιστικής διαδικασίας φανερώνονται στον ίδιο και στο περιβάλλον του. Είναι ολοκληρωτικά δεσμευμένος στην εθιστική διαδικασία και δεν μπορεί να σπάσει αυτόν τον κύκλο χωρίς κάποιας μορφής παρέμβαση.
Στην συνέχεια έρχεται η κατάρρευση της αντοχής του ατόμου, της συναισθηματικής κατάρρευσης. Το άτομο μπορεί να κλαίει ανεξέλεγκτα ή χωρίς λόγο. Μπορεί επίσης να νοιώσει μεγάλη οργή χωρίς λόγο εξαιτίας του καταπιεσμένου του θυμού. Αρχίζει να αισθάνεται ότι όλοι έχουν στραφεί εναντίον του, το «γιατί?» γίνεται μια βασανιστική συνεχής ερώτηση, και όλο αυτό μπορεί να αποτελέσει μια πλευρά της ασθένειας πραγματικά συντριπτικής για τον εξαρτημένο.
Ακολουθεί η κατάρρευση της αλληλεπίδρασης. Ο εξαρτημένος αρχίζει να αισθάνεται ανασφαλής στην αλληλεπίδρασή του με άλλους ανθρώπους , ακόμα και σε κοινωνικό επίπεδο, με αποτέλεσμα να αμφισβητεί την ικανότητά του να έχει μια τέτοια επαφή. Αρχίζει η αίσθηση του εκείνη ότι οι άλλοι άνθρωποι μπορούν να τον διαπεράσουν μόνο με μια ματιά. Φτάνει έτσι σύντομα στο σημείο κατά το οποίο περιβάλλεται μόνο από άτομα που υπάρχουν δίπλα του επειδή είναι υπεύθυνοι για αυτόν, τον λυπούνται, νοιώθουν ένοχοι να φύγουν, ή και όλα αυτά μαζί. Αυτό εξελίσσεται σε συναισθηματικό εκβιασμό αφού συχνά ο εξαρτημένος προσπαθεί να τους κατηγορήσει για αυτά τα συναισθήματα για να τους αναγκάσει να μείνουν.
Επίσης σε αυτό το τρίτο στάδιο το εξαρτώμενο άτομο συχνά σκέφτεται την αυτοκτονία η κάνει κάποια απόπειρα. Αυτό συμβαίνει για δύο κυρίως λόγους:
1) Ο εσωτερικός πόνος είναι τόσο μεγάλος που το άτομο θέλει να τον σταματήσει και η εξαρτητική υπόσχεση για ανακούφιση δεν λειτουργεί πια. Θέλει να τον σταματήσει αλλά δεν πιστεύει ότι μπορεί να το πετύχει. Η αυτοκτονία αρχίζει να αποκτά νόημα αφού χρησιμοποιείται η εξαρτητική λογική.
2) Αισθάνεται ντροπή αλλά και μίσος για την εξαρτημένη του πλευρά και επιθυμεί να δώσει ένα τέλος στην εξαρτητική σχέση με κάθε κόστος. Ακόμα και με την φονική πράξη εναντίον της αφού κανείς δεν την μισεί περισσότερο από το ίδιο το άτομο που υποφέρει από την εξάρτηση.

Η αρχή της θεραπείας
Το εξαρτημένο άτομο δεν μπορεί να διακόψει μόνο του την εξαρτητική διαδικασία. Έτσι παραμένει στο προαναφερόμενο τρίτο στάδιο μέχρι να βρεθεί κάποιας μορφής παρέμβαση ως μια προσπάθεια διακοπής της εθιστικής σχέσης. Συχνά το άτομο που μπαίνει στην προσπάθεια θεραπείας ανακαλύπτει ότι το να είναι εξαρτημένος είναι το μόνο που ξέρει να κάνει, κι έτσι σύντομα επιστρέφει στον εθιστικό τρόπο ζωής.
Για να εισαχθεί και να ακολουθήσει το άτομο μια θεραπεία θα πρέπει να διδαχθεί έναν νέο τρόπο ζωής, ο οποίος θα περιλαμβάνει και την δημιουργία σχέσεων με άλλους ανθρώπους που θα το βοηθήσουν στην προσωπική ικανοποίηση και θα επιτρέψουν την προσωπική του ωρίμανση. Ο κόσμος της Εξαρτημένης πλευράς βασίζεται σε μια «προς τα μέσα» ροή. Για να αλλάξει αυτό πρέπει το άτομο να βοηθηθεί να προσεγγίσει τον εξωτερικό κόσμο , πράγμα που από μόνο του αδυνατεί να κάνει.
Υπάρχουν διάφορες μορφές παρέμβασης, άλλες επιτυχημένες κι άλλες όχι. Όπως οι περισσότερες σχέσεις , έτσι και η εξάρτηση μπορεί να επανέλθει ακόμα κι αν έχει ανασταλεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Για να θεραπευτεί το άτομο πρέπει να διακόψει την συναισθηματική εσωτερική εξάρτηση και να στραφεί στον Εαυτό και τους άλλους ανθρώπους. Τότε μόνο θα ανακαλύψει ότι μπορεί να δημιουργήσει έναν νέο τρόπο ζωής ο οποίος θα του παρέχει ευτυχία παρ’όλες τις καθημερινές αγωνίες και φόβους που θα περιέχει.








~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ΜΟΡΦΕΣ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ
Η Παθολογική συμπεριφορά παίρνει πολλές και διάφορες μορφές οι οποίες διαφέρουν σε πλείστες παραμέτρους , όπως για παράδειγμα στον βαθμό σοβαρότητας της διαταραχής (ελαφρά διαταραχή ως σοβαρή ψυχική ασθένεια), στον τομέα της ψυχικής υγείας που επηρεάζει (γνωστικές λειτουργίες, συναισθηματικές εκδηλώσεις κλπ), στην περίοδο ζωής που εμφανίζεται αρχικά η διαταραχή (βρεφική, παιδική, ενήλικη, γεροντική). Είναι χαρακτηριστικό δε το γεγονός ότι στο DSM-III, το επίσημο «Εγχειρίδιο ταξινόμησης και στατιστικής Ψυχικών Διαταραχών» της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής Εταιρίας, αναφέρονται περί τις 230 μορφές ψυχικών διαταραχών όλων των κατηγοριών.
Κι όταν λέμε κατηγορίες αναφερόμαστε στις 4 μεγάλες και κυριότερες διαγνωστικές κατηγορίες στις οποίες μπορούν να υπαχθούν οι πιο συνήθεις μορφές παθολογικής συμπεριφοράς, κι αυτές οι κατηγορίες είναι: οι νευρώσεις, οι ψυχώσεις, οι διαταραχές αγωγής και οι νοητικές ανεπάρκειες.

ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ

ΝΕΥΡΩΣΕΙΣ
Οι νευρώσεις είναι ελαφριάς μορφής ψυχικές διαταραχές με κύριο χαρακτηριστικό τους μια διαρκή έντονη εσωτερική ανησυχία που εκδηλώνεται με υπερβολικό άγχος. Το νευρωσικό άτομο δεν χάνει την επαφή με την πραγματικότητα (όπως για παράδειγμα συμβαίνει με τα ψυχωσικά άτομα), συνεχίζει να συμμετέχει και να δρα σε κοινωνικό κι επαγγελματικό επίπεδο κανονικά η σχεδόν κανονικά, αλλά αδιάλειπτα νοιώθει μια έντονη εσωτερική ένταση με την μορφή εκνευρισμού, ενοχής, φόβου, αγωνίας η ακόμα και πανικού. Το νευρωσικό άτομο υποφέρει από συναισθήματα ανεπάρκειας και κατωτερότητας, διακατέχεται από μια μόνιμη αγωνία «αν έπραξε καλώς» στο καθετί που κάνει, παρουσιάζει δυσκαμψία στην σκέψη κι αδυνατεί να πάρει αποφάσεις που το ενδιαφέρουν άμεσα, και τέλος δυσκολεύεται σε μεγάλο βαθμό να διατηρήσει διαπροσωπικές του σχέσεις σε σταθερό επιθυμητό επίπεδο. Παράλληλα αυτές οι εκδηλώσεις συνοδεύονται κι από νευροφυτικές διαταραχές , δηλαδή ταχυπαλμία, εφίδρωση, ωχρότητα, συχνοουρία η διάρροια, επιγαστρικό πόνο, αϋπνία, μούδιασμα στα άκρα, αυξημένη αρτηριακή πίεση κ.α. Για την αποφυγή αυτών των συμπτωμάτων το νευρωσικό άτομο αποφεύγει συγκεκριμένες δραστηριότητες ή ομάδες δραστηριοτήτων πχ αποφεύγει την συζήτηση ορισμένων θεμάτων ή να βρεθεί σε συγκεκριμένους χώρους ή να βρεθεί σε αλληλεπιδρώμενα περιβάλλοντα. Αν και αναγνωρίζει το ίδιο το άτομο ότι πρόκειται για παράλογες εκδηλώσεις ωστόσο η επιστράτευση λογικής δεν έχει αποτέλεσμα. Το μόνο που ανακουφίζει το άτομο είναι η απομάκρυνση από τις γενεσιουργές συνθήκες. Η οποία απομάκρυνση τελικώς φέρει επιπλέον άγχος στο άτομο με συνέπεια να βρίσκεται διαρκώς σε έναν φαύλο κύκλο που ολοένα μεγαλώνει.
Οι νευρώσεις είναι η πιο κοινή μορφή παθολογικής συμπεριφοράς. Στα μεγάλα αστικά κέντρα υπολογίζεται ότι νευρωτικές διαταραχές παρουσιάζει μέχρι και το 30% του πληθυσμού και παρουσιάζονται συνήθως κατά την εφηβική και την πρώτη ώριμη ηλικία, ως το 35ο έτος.
Οι πιο συνήθεις μορφές νευρώσεων είναι οι εξής:
I. ΑΓΧΩΔΗΣ ΝΕΥΡΩΣΗ. Χαρακτηρίζεται από έναν αόριστο, διάχυτο, γενικευμένο κι απροσδιόριστο φόβο που δεν σχετίζεται με συγκεκριμένη απειλή και η ένταση του μπορεί να φτάσει ως τον πανικό. Το άτομο με αγχώδη νεύρωση παρουσιάζει αδυναμία συγκέντρωσης-προσήλωσης, τάσεις υπερκινητικότητας, μυϊκή υπερένταση, θυμική καταπόνηση, αϋπνία κ.α
II. ΦΟΒΙΕΣ. Εδώ περιλαμβάνεται μια μεγάλη γκάμα φοβικών αντιδράσεων που θα χρειαζόταν σελίδες ολόκληρες απλά για να περιγραφούν και μόνο. Ενδεικτικά μόνο θα αναφέρω την ακροφοβία (αποφυγή του ατόμου να πλησιάσει γκρεμό ή την άκρη της ταράτσας οικοδομής), αγοραφοβία (αποφυγή πλήθους κι ανοιχτών χώρων), μυσοφοβία (παθολογικός φόβος ακαθαρσιών και μικροβίων), κλειστοφοβία, μονοφοβία, νυχτοφοβία, πυροφοβία κτλ. Γενικά θα αρκεστούμε να πούμε ότι πρόκειται όπως προανέφερα για φοβικές αντιδράσεις σε συγκεκριμένα ερεθίσματα – καταστάσεις από την φύση τους όμως μη γενεσιουργά φόβου. Πχ το αγοραφοβικό άτομο δεν μπαίνει σε λεωφορείο λόγω συνωστισμού. Κατάσταση σίγουρα μη επικίνδυνη αντικειμενικά αλλά φοβική υποκειμενικά για το ίδιο το άτομο. Η φοβία θα μπορούσε να θεωρηθεί κάτι ανάμεσα στον φόβο και το άγχος. Ο φόβος είναι φυσιολογική φυσική αντίδραση αυτοπροστασίας προς κάποιο επικείμενο κίνδυνο. Το άγχος είναι επίσης φυσιολογική αντίδραση οργανικής εγρήγορσης προς την επίτευξη στόχου. Όταν το άγχος όμως γίνεται υπερβολικό και γενικό, γίνεται φοβική αντίδραση προς κάτι αδιόρατο μη συγκεκριμένο. Έτσι και οι φοβίες είναι πραγματικός μεν φόβος αλλά προς μη πραγματικές απειλές.
III. ΝΕΥΡΩΣΙΚΗ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ. Χαρακτηρίζεται από υπερβολική ευαισθησία σε δυσάρεστα γεγονότα ή καταστάσεις που γίνεται όμως μόνιμη θλίψη ή παρατεταμένη απελπισία. Κάθε φυσιολογικό άτομο νοιώθει θλίψη μπροστά σε κάποια αποτυχία. Το νευρωσικό άτομο όμως παρουσιάζει έντονη θλίψη ή και αισθήματα απώλειας ακόμα και σε μικρότερης σημασίας γεγονότα και περνά σε ένα παρατεταμένο στάδιο βαθιάς απελπισίας.
IV. ΙΔΕΑΟΨΥΧΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΝΕΥΡΩΣΗ. Χαρακτηρίζεται από μια επαναληπτικότητα, με τελετουργικό τρόπο μάλιστα, συγκεκριμένων πράξεων – εμμονών και στερεοτυπικών ενεργειών. Ένα άτομο με ιδεοψυχαναγκαστική νεύρωση μπορεί πχ να κοιτάει επανειλημμένα αν κλείδωσε την εξώπορτα κάθε φορά που φεύγει από το σπίτι και πολλές φορές (νεύρωση της αμφιβολίας), ή να έχει την έμμονη ιδέα ότι θα πεθάνει σε κάποια συγκεκριμένη ηλικία, ή να μην αρχίσει να εργάζεται αν πρώτα δεν τακτοποιήσει σε συγκεκριμένη σειρά τα πράγματα του γραφείου του κλπ.
V. ΥΠΟΧΟΝΔΡΙΑΣΗ. Χαρακτηρίζεται από διαρκή ενασχόληση με την σωματική υγεία και καθαριότητα. Παρουσιάζεται έντονη ανησυχία στην παρουσία ακόμα και του πιο μικρού σωματικού συμπτώματος, έντονος φόβος ότι το άτομο είναι άρρωστο, ενώ διαρκώς και εναγωνίως αναζητεί τρόπους «να προλάβει τα χειρότερα».
VI. ΨΥΧΟΣΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ. Οι διαταραχές αυτές περιλαμβάνουν οργανικά συμπτώματα όπως ημικρανίες, στομαχόπονο, άσθμα, έλκος ζαλάδες κλπ που γενεσιουργό τους αίτιο είναι κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα. Πρόκειται για σωματοποιητικές διεργασίες, οργανονευρώσεις, με κυρίαρχο στοιχείο τον πόνο.
VII. ΥΣΤΕΡΙΚΗ ΝΕΥΡΩΣΗ. Στις βαριές περιπτώσεις έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια λειτουργικής ικανότητας αισθητήριων οργάνων ή ακόμα και ολόκληρων μελών του σώματος χωρίς βέβαια να υπάρχει οργανική βλάβη αντίστοιχη. Συνηθέστερες μορφές υστερικών νευρώσεων είναι η υστερική παράλυση, η υστερική αλαλία, η υστερική αμνησία και η υστερική τύφλωση.


ΨΥΧΩΣΕΙΣ
Οι ψυχώσεις είναι οι πιο βαριές μορφές ψυχικών διαταραχών. Είναι το είδος των ψυχικών παθήσεων που βρίσκονται πιο κοντά σε αυτό που ο κοινός άνθρωπος ονομάζει «τρέλα», γιατί χαρακτηρίζονται από ακραίες και δραματικές ψυχοπαθολογικές αποκλίσεις. Αν κι έχουν διάφορες μορφές , κοινό χαρακτηριστικό όλων είναι η απώλεια του ατόμου επαφής με την πραγματικότητα και η μη επίγνωση του πάνω σε αυτό το γεγονός. Το άτομο παρουσιάζει ένα είδος νοητικής σύγχυσης με συναισθηματικές αποκρίσεις απρόσφορες – ανορθόδοξες, υπακούει σε μια εντελώς εσωτερική κατάσταση-λογική συνήθως εξωπραγματική κι αποκομμένη από τον κόσμο. Είναι αυτονόητο ότι τα ψυχωσικά άτομα δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε κοινωνικές κι επαγγελματικές προσταγές. Πολλές φορές δε επειδή είναι επικίνδυνα τόσο για τον εαυτό τους όσο και για τους άλλους απαιτείται ο εγκλεισμός τους και η περίθαλψή τους σε ψυχιατρικό ίδρυμα. Οι συνηθέστερες μορφές ψυχώσεων είναι:
· ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ. Περιλαμβάνει μια μεγάλη ομάδα ψυχοπαθολογικών εκδηλώσεων που χαρακτηρίζονται από διαταραχές στην σκέψη , στο συναίσθημα και στην πραξιακή – κινητική συμπεριφορά. Οι διαταραχές στην σκέψη συνίστανται σε μεταβολή του τρόπου σχηματισμού των εννοιών και των κρίσεων που οδηγούν σε παρερμηνείες της πραγματικότητας, πολλές φορές ακραίων, που φτάνουν ως τις παραισθήσεις. Πχ ο ασθενής ακούει φωνές, βλέπει οράματα ή και βιώνει παραληρηματικές ιδέες όπως πχ πιστεύει ότι μαγνητικά κύματα μακρινού πλανήτη καθοδηγούν τις πράξεις του ή πχ ζωύφια περνούν κάτω από το δέρμα του κλπ. Από την άλλη οι διαταραχές στο συναίσθημα περιλαμβάνουν: ακραίες αμφιθυμικές καταστάσεις (ο ασθενής αγαπάει και μισεί το ίδιο πρόσωπο ταυτόχρονα), υποτονικό θυμικό ( μένει απαθής σε οποιοδήποτε συγκινησιακό ερέθισμα, ούτε κλαίε, ούτε γελάει), απρόσφορες συναισθηματικές αποκρίσεις (πχ σκάει στα γέλια όταν χτυπήσει ο ίδιος ή όταν μάθει ότι κάποιο προσφιλές του πρόσωπο πέθανε). Οι διαταραχές στο κινητικό τομέα συχνά περιλαμβάνουν αδράνεια, εσωστρέφεια, απόσυρση, παλινδρόμηση σε παιδικά πρότυπα αλλά και σύνολα παραδοξότητας συμπεριφοράς όπως να στέκεται για ώρες με άβολη διευθέτηση των μελών του χωρίς να ενοχλείται πχ με το ένα χέρι του πίσω από το κεφάλι του (κηρώδης ευκαμψία), ή να μην ακουμπάει το μαξιλάρι με το κεφάλι όταν ξαπλώνει (ψυχικό προσκέφαλο). Η σχιζοφρένεια είναι η πιο συχνή μορφή ψύχωσης. Το 25% των εισαγομένων σε ψυχιατρικές κλινικές πάσχουν από αυτήν. Επίσης η συχνότητά της είναι μεγαλύτερη στους άνδρες και μάλιστα κάτω των 35 ετών.
· ΠΑΡΑΝΟΙΑ. Χαρακτηρίζεται κυρίως από επίμονες και παραληρηματικές ιδέες ενός όμως κεντρικού θέματος. Έτσι αυτές μπορεί να είναι ιδέες μεγαλείου, καταδίωξης, ζηλοτυπίας, φθόνου κλπ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ειδικά οι παραληρηματικές ιδέες μεγαλομανίας διέπονται στο σύνολό τους σχεδόν από το μεσσιανικό σύνδρομο ( ο ασθενής πιστεύει ότι έρχεται να σώσει τον κόσμο ή ότι γενικά έχει ένα μεγάλο έργο να επιτελέσει, βλ αρχεία CIA, «το προφίλ του Χίτλερ» - National Geographic ). Το κύριο χαρακτηριστικό του παρανοϊκού είναι ότι οι παραληρηματικές του ιδέες αποτελούν ένα σύστημα πλήρες, καλά μελετημένο, χωρίς κενά κι ασυνέπειες. Ο παρανοϊκός έχει έντονη λογικότητα, ετοιμότητα και αισθαντικότητα, όμως τα γεγονότα γύρω του τα προσλαμβάνει επιλεκτικά, μόνο εάν αυτά τεκμηριώνουν τις παραληρηματικές του ιδέες. Πέρα από αυτές τις ιδέες δεν παρουσιάζει ως άτομο δραματικές αλλαγές στην προσωπικότητά του.
· ΜΑΝΙΑ-ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ. Πρόκειται για μείζονες διαταραχές του συναισθήματος. Χαρακτηρίζονται από περιοδικές εμφανίσεις εντόνων κι ακραίων καταστάσεων, αφενός καταθλιπτικής κατάστασης (φάση μελαγχολίας), κι αφετέρου πλεονάζουσας συναισθηματικής εξάρσεως (φάση μανίας). Οι δύο αυτές φάσεις μπορεί να διαδέχονται η μία την άλλη σε μια έκφραση συνέχειας, με ενδιάμεση περίοδο «ηρεμίας», οπότε έχουμε την μανιοκαταθλιπτική (διπολική- κυκλική) ψύχωση. Μπορεί όμως να επαναλαμβάνεται περιοδικά μόνο η μία φάση οπότε έχουμε μονοφασική-μονοπολική ψύχωση. Τότε αναλόγως της επικρατούσας φάσης έχουμε διαλείπουσα μανία ή διαλείπουσα μελαγχολία. Στην φάση της μανίας τα κυριότερα συμπτώματα είναι: έκφραση ζωηρή-έντονες χειρονομίες, θυμική έξαρση ( εύθυμος, ευέξαπτος, φλύαρος κλπ), υπερεκτίμηση του Εγώ (πιστεύει ότι είναι ο πιο έξυπνος, πλούσιος, άξιος κλπ), ιδεόρροια – λογόρροια ( έχει πληθώρα ιδεών τις οποίες για να εκφράσει μιλάει έντονα κι αδιάλειπτα), υπερκινητικότητα (κοιμάται λίγο, κουράζεται δύσκολα) κλπ. Στην φάση της μελαγχολίας τα κυριότερα συμπτώματα είναι: αθυμία και κατήφεια, παραμελημένη εμφάνιση, αναποφασιστικότητα, ευσυγκινησία, πτωχεία και λίμναση ιδεών, σεξουαλική ανικανότητα, ανορεξία ή βουλιμία, μείωση κινητικότητας που μπορεί να φθάσει ως την εμβροντησία, και τέλος τάσεις αυτοκαταστροφής ( το 75% των μελαγχολικών έχει τάσεις αυτοκτονίας- το 15% πραγματοποιεί την τάση αυτή) ή και συλλογικής αυτοκαταστροφής (παρακίνηση συγγενικών προσώπων σε ομαδική αυτοκτονία, πχ ασθενής πείθει τα παιδιά του να αυτοκτονήσουν μαζί του ή τα σκοτώνει για να τα «γλιτώσει από τα δεινά του κόσμου»).






ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΔΙΑΓΩΓΗΣ
Οι διαταραχές διαγωγής αναφέρονται σε καταστάσεις με χαρακτηριστικό γνώρισμα την έκφραση εσωτερικών ενορμήσεων κι επιθυμιών με πράξεις που συστηματικά αντιτίθενται στην κοινωνική ηθική και στην έννομη τάξη.
Η κύρια διαφορά τους με τις υπόλοιπες ψυχικές διαταραχές είναι ότι ενώ στις άλλες η παθολογία είναι ενδοτροπική και ζημιώνει κυρίως το άτομο, εδώ η παθολογική απόκλιση είναι παρορμητική – αντικοινωνική και ζημιώνει κυρίως τους άλλους. Οι κυριότερες μορφές διαταραχών διαγωγής είναι:
§ ΨΥΧΟΠΑΘΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ. Ψυχοπαθητικό είναι το άτομο που η συμπεριφορά του καθορίζεται εξ ολοκλήρου από τις προσωπικές του επιθυμίες. Λειτουργεί παρορμητικά με στόχο την άμεση ικανοποίηση των ορέξεων του χωρίς κανένα ηθικό φραγμό, δίλλημα προς τους κοινωνικούς κανόνες ή μετάνοια. Γνωρίζει το «πρέπον» αλλά συστηματικά ενεργεί με παντελή έλλειψη συναισθημάτων κι αναλγησία. Πολλές δε φορές νοιώθει ικανοποίηση παραβαίνοντας κοινωνικούς κανόνες που συνιστούν την έννομη τάξη, ενώ κυρίαρχη κι έντονη είναι η έλλειψη ενοχών ή μεταμέλειας για τις πράξεις του (πχ ψυχοπαθητικό άτομο δολοφονεί και κατόπιν αλλάζοντας ατάραχο τα ρούχα του επισκέπτεται το καφενείο της γειτονιάς του σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Είναι η περίπτωση αμετανόητου κι ανάλγητου μονήρη (ενεργεί συνήθως μόνος του) εγκληματία. Πράξεις ψυχοπαθητικών ατόμων είναι θέματα από αυτά που συγκλονίζουν την κοινή γνώμη στα δελτία ειδήσεων ή δίνουν υλικό σε σενάρια κινηματογραφικών ταινιών. Θα πρέπει βέβαια να προσέξουμε εδώ να μην γίνεται σύγχυση της ψυχοπαθητικής προσωπικότητας με περιπτώσεις όπου η αντικοινωνική συμπεριφορά συνίσταται με την τυφλή υποταγή σε μικρότερη κοινωνική ομάδα πχ νεοναζί. Σε αυτές τις περιπτώσεις αν και μεμονωμένα ατομικά μπορεί να συναντήσουμε ψυχοπαθητικά άτομα , ωστόσο αυτό δεν είναι αναγκαίο. Πολλές φορές πρόκειται απλά για απόλυτη συμμόρφωση προς τους κανόνες δράσης αντικοινωνικής ομάδας, πρόκειται δηλαδή για περίπτωση ψευδοκοινωνικοπαθητικής προσωπικότητας.
§ ΨΥΧΟΣΕΞΟΥΑΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ. Σε αυτό τον τομέα , σχετικά με το τι είναι φυσιολογικό και τι όχι, οι απόψεις των ειδικών διίστανται. Η μία κυρίαρχη άποψη δέχεται ως απόκλιση κάθε σεξουαλική δραστηριότητα , ακόμα και ετερόφυλη, που δεν απολήγει σε οργασμό. Η δεύτερη άποψη δέχεται την απόκλιση όχι βάσει των όποιων πράξεων λαμβάνουν μέρος στην σεξουαλική δραστηριότητα, αλλά βάσει των συναισθημάτων που βιώνει το άτομο για τις πράξεις αυτές. Αυτή την άποψη θεωρώ προσωπικά κι ορθότερη. Δηλαδή όταν το άτομο βιώνει με συγκεκριμένες σεξουαλικές πράξεις καταπίεση ή ενοχή, αναστολή ή υπερδιέγερση – εθισμό, εμμονή ή αποφυγή κλπ, τότε θεωρούμε ότι το άτομο παρουσιάζει σεξουαλική διαταραχή. Κυριότερες μορφές ψυχοσεξουαλικών διαταραχών είναι: 1) Σεξουαλική αναποτελεσματικότητα. Πχ πρόωρη εκσπερμάτωση, απώλεια στύσης , ανεσταλμένος οργασμός, σεξουαλική ψυχρότητα κλπ 2) Παραφιλίες. Δηλαδή οι περιπτώσεις στις οποίες ο σεξουαλικός οργασμός επιτυγχάνεται αποκλειστικά και μόνιμα με ανορθόδοξα αντικείμενα και τρόπους, για παράδειγμα φετιχισμός, παρενδυσία (τραβεστισμός), παιδοφιλία, επιδειξιομανία, ηδονοβλεψία, μαζοχισμός- σαδισμός, παραλαγνείες κλπ.( Θα πρέπει να επισημάνουμε εδώ ότι η παρενδυσία που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον ως κανόνας από το αρχαίο ελληνικό δράμα ουδεμία σχέση είχε με την συγκεκριμένη διαταραχή κι εξυπηρετούσε απλά σκοπούς σάτιρας- βλ. Αριστοφάνη).3) Διαταραχές φυλετικής ταυτότητας, όπως για παράδειγμα η φιλονοφυλία (τρανσεξουαλισμός), η σύγχυση της φυλετικής ταυτότητας κατά την παιδική ηλικία κλπ.
§ ΕΘΙΣΜΟΣ –ΤΟΞΙΚΟΜΑΝΙΕΣ. Όποια μορφή κι αν έχει ο εθισμός (τζόγος ,σεξ, ναρκωτικά, πορνό κλπ) χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του στην ζωή του ασθενή και την αδυναμία ελέγχου του ίδιου πάνω στην ζωή του. Σημαίνει δε προοδευτική απομόνωση και σχέση απόλυτης εξάρτησης με το γενεσιουργό αντικείμενο του εθισμού. Το άτομο βιώνει μια προς τα έσω σχέση ενώ η φυσιολογικότητα επιβάλει τις προς τα εξω σχέσεις (φίλους ,συγγενείς κτλ). Κοινό στοιχείο όλων των εθιστικών καταστάσεων είναι ότι προκαλούν την καλυτέρευση της διάθεσης όσο διαρκεί η αλλαγή που προέρχεται από το τελετουργικό μέρος της εξάρτησης κι ότι πάντα επιστρέφουν το άτομο στην πρότερη ή ακόμα μεγαλύτερη θλίψη οδηγώντας το τελικά στην απελπισία. Ειδικά δε για τις τοξικομανίες ο βαθμός βλαβερών συνεπειών που επιφέρουν έχουν να κάνουν τόσο με την ποσότητα της τοξικής ουσίας όσο και με το είδος αυτής.

ΝΟΗΤΙΚΕΣ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΕΣ
Οι νοητικές ανεπάρκειες χαρακτηρίζονται από ελλιπή ανάπτυξη γνωστικών ικανοτήτων κι από μειωμένη ικανότητα προσαρμογής σε φυσιολογικές ηλικιακές αναπτυξιακές απαιτήσεις. Το άτομο με νοητική καθυστέρηση παρουσιάζει στις συνήθεις κλίμακες νοημοσύνης (Binet, Weschler) πηλίκο μικρότερο του 70 που δηλώνει και περισσότερο από δύο τυπικές αποκλείσεις, 30 μόρια κάτω του μέσου όρου 100.
Τα νοητικώς καθυστερημένα άτομα δεν παρουσιάζουν ομοιογένεια μεταξύ τους. Παρουσιάζουν διαφορές ως προς : τον βαθμό της ανεπάρκειας και τα αίτιά της, την δυνατότητα αγωγής που επιδέχονται, το είδος των διαταραχών που συνοδεύουν τα κύρια συμπτώματα, την πρόγνωση για το στάδιο αναπτυξιακής κατάληξης και τις προοπτικές κοινωνικής ένταξης.
Για εκπαιδευτικούς κυρίως λόγους τα νοητικώς καθυστερημένα άτομα διαχωρίζονται σε τρείς κύριες κατηγορίες βαθμίδες. Αυτές είναι:
A. ΟΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΜΟΙ : Είναι η ελαφρότερη μορφή νοητικής καθυστέρησης με ρυθμό νοητικής ανάπτυξης μεταξύ του μισού και των ¾ του μέσου κανονικού, δηλαδή με νοητικό πηλίκο μεταξύ του 50 και του 70. Στην σχολική ηλικία δείχνουν ικανότητα για αφομοίωση γνώσεων και δεξιοτήτων σε βαθμό ώστε να μην θεωρούνται αναλφάβητοι. Η δυσκολία τους παρουσιάζεται σε αφομοίωση ύλης πέραν της Δ δημοτικού. Στον κοινωνικό τομέα μπορούν ν α ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο, ως ανειδίκευτοι ή ημιειδικευμένοι εργάτες και να ζήσουν ως ανεξάρτητοι κι αυτάρκεις πολίτες, μερικώς ή ολικώς. Για αυτό ακριβώς τους αποδίδεται ο όρος «εκπαιδεύσιμοι», ο οποίος αναφέρεται στην επαρκή αγωγιμότητά τους για σχολικές, επαγγελματικές και κοινωνικές δεξιότητες.
B. ΟΙ ΑΣΚΗΣΙΜΟΙ. Είναι η μεσαία μορφή νοητικής καθυστέρησης με ρυθμό νοητικής ανάπτυξης μεταξύ του ¼ και του μισού του μέσου κανονικού, δηλαδή με νοητικό πηλίκο μεταξύ του 25 και 50. Στην σχολική ηλικία δεν έχουν την ικανότητα απόκτησης ολοκληρωμένων επιπέδων γνώσεων παρά μόνο μεμονωμένων λέξεων, αριθμών κλπ. Μπορούν όμως να ασκηθούν και να αποκτήσουν βασικές δεξιότητες αυτοεξυπηρέτησης όπως ντύσιμο, προσωπική υγιεινή, λήψη τροφής κλπ. Οι ασκήσιμοι για την επιβίωσή τους χρειάζονται συνεχή εποπτεία, φροντίδα και οικονομική υποστήριξη.
C. ΟΙ ΙΔΙΩΤΕΣ. Είναι η πιο βαριά μορφή νοητικής καθυστέρησης, με ουσιαστικά ανύπαρκτο ρυθμό νοητικής ανάπτυξης και νοητικό πηλίκο κάτω του ¼ του μέσου κανονικού, δηλαδή ως 25 το ανώτερο. Οι ιδιώτες παρουσιάζουν παντελή έλλειψη ικανότητας τόσο για λήψη βασικών σχολικών γνώσεων όσο και για απόκτηση βασικών δεξιοτήτων αυτοεξυπηρέτησης. Για την επιβίωσή τους χρειάζονται συνεχή φροντίδα κι εποπτεία και μάλιστα ιατρική για αυτό και συνήθως περιθάλπονται δια βίου σε ιδρύματα – άσυλα. Είναι τα «ανθρώπινα χορτάρια».

Ορισμένες μορφές νοητικής καθυστέρησης έχουν και ιδιαίτερα φυσιογνωμικά – κλινικά χαρακτηριστικά τα οποία είναι εμφανή ακόμα και σε μικρή ηλικία. Τα συνηθέστερα κλινικά σύνδρομα νοητικής καθυστέρησης είναι η μογγολοειδής ιδιωτία ( σύνδρομο Down), η υδροκεφαλία και η μικροκεφαλία.
Στατιστικές έρευνες αναγάγουν το ποσοστό των νοητικώς καθυστερημένων ατόμων στο 1% ως 3% του γενικού πληθυσμού. Σύμφωνα με αυτά τα στατιστικά στοιχεία , σήμερα στην Ελλάδα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον 100.000 νοητικώς καθυστερημένα άτομα από τα οποία κατά προσέγγιση: 83.000 εκπαιδεύσιμοι, 14.000 ασκήσιμοι και 3.000 ιδιώτες. Επίσης κάθε χρόνο θα γεννιούνται παιδιά, 1 ανά 100 γεννήσεις, που σε κάποια στιγμή της ζωής τους θα χαρακτηριστούν ως νοητικώς καθυστερημένα και θα χρειαστούν ειδική φροντίδα κι αγωγή.